Φαρμακευτική αγωγή
Η συνδυασμένη θεραπεία αφορά στο συνδυασμό της φαρμακευτικής αγωγής με την ψυχοθεραπεία. Η προσέγγιση αυτή προτείνεται ως ολοκληρωμένη παρέμβαση στις περιπτώσεις που τα ψυχολογικά συμπτώματα επιβαρύνουν σημαντικά τη λειτουργικότητα ενός ατόμου και παρουσιάζονται ανθεκτικά στην αλλαγή, περιορίζοντας ακολούθως το αποτέλεσμα μίας ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας. Ο μηχανισμός δράσης της Γνωσιακής Συμπεριφοριστικής Θεραπείας αφορά στην τροποποίηση δυσλειτουργικών γνωσιών μέσα από νοητικές και πρακτικές διαδικασίες που δίνουν την ευκαιρία για καινούργια μάθηση. Ο μηχανισμός δράσης της φαρμακευτικής αγωγής αφορά στη μεταβολή της νευρωνικής διαβίβασης με την επιρροή του μεταβολισμού και τη δράση των νευροδιαβιβαστών (νευροδιαβιβαστές ονομάζονται οι βιοχημικές ενώσεις, οι οποίες χρησιμεύουν στην μεταβίβαση πληροφοριών από ένα νευρώνα στον επόμενο). Με τον τρόπο αυτό διορθώνονται δυσλειτουργίες στη δραστηριότητα του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος που προκλήθηκαν από βιολογικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Τα φάρμακα για παθήσεις του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος είναι:
- Αγχολυτικά (ελάσσονα ηρεμιστικά) και υπνωτικά
- Αντιψυχωσικά φάρμακα
- Φάρμακα κατά της μανίας και της διπολικής διαταραχής
- Αντικαταθλιπτικά
- Αντιεπιληπτικά
- Φάρμακα χορηγούμενα σε παρκινσονισμό και συναφείς παθήσεις
- Φάρμακα κατά της ημικρανίας
- Αντιμυασθενικά
- Διεγερτικά του ΚΝΣ – φάρμακα επί υπερκινητικών συνδρόμων
- Αγγειοδιασταλτικά εγκεφαλικών αγγείων
- Οπιοειδή αναλγητικά
- Φάρμακα απεξάρτησης από ουσίες
- Φάρμακα κατά της άνοιας
- Αντιεμετικά – αντιιλιγγικά
- Φάρμακα κατά της παχυσαρκίας
Οι στόχοι της συνδυασμένης παρέμβασης αφορούν: α) στην εξάλειψη του συμπτώματος, β) στην αποκατάσταση της λειτουργικότητας, και γ) στην πρόληψη υποτροπών. Η επιλογή της φαρμακευτικής αγωγής πραγματοποιείται λαμβάνοντας υπόψη:
- το ατομικό ιστορικό,
- το παρουσιαζόμενο πρόβλημα,
- την κλινική εικόνα,
- την ένταση της συναισθηματικής δυσφορίας,
- τις (επείγουσες) συνθήκες και τη δυνατότητα αναμονής για βελτίωση, και
- το αίτημα του ατόμου.
Ένας άτομο χρειάζεται απαραίτητα φαρμακευτική αγωγή, ιδανικά σε συνδυασμό με ψυχοθεραπεία όταν η διάγνωση είναι ψυχωτική διαταραχή, διπολική διαταραχή και διαταραχή μνήμης (ή άλλα γνωστικά ελλείμματα).
Οφέλη
Η φαρμακευτική αγωγή διευκολύνει την εισαγωγή ή την παραμονή στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία, καθώς η ύφεση του άγχους ή της αδράνειας και η βελτίωση των γνωστικών λειτουργιών (αντίληψη, μνήμη, προσοχή), διευκολύνουν ένα άτομο στο να επικεντρωθεί στην δυσλειτουργική συλλογιστική. Ακολούθως, το άτομο αισθάνεται βελτίωση στη διάθεση και στην ενεργητικότητά του, οραματίζεται θετικά αποτελέσματα για τη ζωή του και ενθαρρύνεται να προσπαθήσει για την αλλαγή.
Συχνά, τα άτομα φέρουν αρνητικές εντυπώσεις (γνωσίες) αναφορικά με την ψυχιατρική φαρμακευτική αγωγή με αποτέλεσμα την επιφυλακτικότητα ή και την πλήρη άρνηση αυτής της προοπτικής:
- «αν πάρω φάρμακα, σημαίνει ότι είμαι αδύναμος»,
- «θα με περάσουν για τρελό»,
- «πρέπει να γίνω καλά από μόνος μου»,
- «θα εξαρτηθώ από την αγωγή και δε θα μπορώ να την διακόψω»,
- «θα χάσω τον εαυτό μου», και
- «διάβασα τις παρενέργειες του φαρμάκου και είδα ότι είναι θανάσιμες».
Θεραπευόμενοι με χαμηλή δέσμευση προς την θεραπευτική διαδικασία μπορεί να αποφασίσουν, κατόπιν μείωσης των συμπτωμάτων λόγω της φαρμακευτικής αγωγής, ότι δεν χρειάζονται πλέον την ψυχοθεραπεία. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο αρμόδιος ψυχίατρος χρειάζεται να επιμείνει στην επιλογή της συνδυαστικής θεραπείας, αναγνωρίζοντας ότι τα φάρμακα θα βοηθήσουν σημαντικά στη βελτίωση της καθημερινότητας αλλά δεν μπορούν να εγγυηθούν ότι τα προβλήματα θα εξαφανιστούν από τη ζωή του ατόμου πλήρως και διά παντός.
Διαδικασία Παραπομπής
Στην περίπτωση που ένα άτομο έχει απευθυνθεί σε ένα ψυχοθεραπευτή και εκείνος αξιολογήσει ότι το άτομο είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένο στο παρόν (π.χ. δεν κοιμάται, δεν τρώει, αμελεί την προσωπική του υγιεινή, επιδιώκει την απομόνωση, ιδεομηρυκάζει ή βρίσκεται σε ενεργό παραλήρημα), τότε χρειάζεται να εξετάσει το ενδεχόμενο ψυχιατρικής παραπομπής. Η ψυχιατρική παραπομπή μπορεί να λειτουργήσει ως ένα πλαίσιο κλινικής αξιολόγησης ή να απευθύνει ευθέως την αναγκαιότητα μίας φαρμακευτικής αγωγής. Ένας θεραπευτής μπορεί να διστάζει να προτείνει σε ένα θεραπευόμενο την παραπομπή σε ψυχίατρο, από φόβο μη βρεθεί αντιμέτωπος με κάποια αντίσταση απέναντι σε αυτή την εναλλακτική.
Ένας τρόπος να κοινοποιηθεί η ψυχιατρική παραπομπή σε ένα άτομο είναι ο εξής: «Από τις συναντήσεις μας τον τελευταίο καιρό καταλαβαίνω ότι δυσκολεύεστε αρκετά και καθημερινά. Αν και καταβάλετε προσπάθεια, ακόμη και ερχόμενος στην ψυχοθεραπεία, αναφέρετε ότι οι αλλαγές στον τρόπο σκέψης και στη διάθεση, μοιάζουν μικρές. Είναι γεγονός ότι η ψυχοθεραπεία χρειάζεται χρόνο για να λειτουργήσει αλλά στο μεταξύ μοιάζει τα αποθέματά σας να τελειώνουν. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή κάνετε κάτι λάθος, αλλά επειδή έχετε συνηθίσει να βλέπετε τα πράγματα ιδιαίτερα δύσκολα, ίσως και αδύνατα, για αρκετό καιρό. Όσο προσπαθείτε και ο τρόπος που αισθάνεστε δεν αλλάζει, τόσο σας καταβάλει περισσότερο η ματαιότητα. Σκέφτομαι, λοιπόν, ότι ένας τρόπος να διευκολύνετε τα πράγματα, είναι να πάρετε κάποια επιπλέον αποθέματα σε διάθεση και ενέργεια, προκειμένου να δείτε αποτελέσματα από την προσπάθειά σας. Αυτός ο τρόπος μπορεί να είναι μία φαρμακευτική αγωγή (…). Ένας ιατρός της ψυχιατρικής ειδικότητας μπορεί μόνο να έχει άποψη για την αγωγή. Μία συνάντηση μαζί του θα ξεκαθαρίσει το τοπίο (…). Μπορώ να σας προτείνω κάποιον αν δεν έχετε εσείς κάποιον υπόψη».
Υπάρχουν θεραπευόμενοι που θα ακούσουν με ανακούφιση την παραπάνω σύσταση και άλλοι που θα ενοχληθούν με αυτή, είτε συμφωνούν εν μέρει είτε εκπλήσσονται με την αναφορά του φαρμακευτικού ενδεχόμενου. Αν το άτομο πει ότι προτιμά να αναζητήσει το ίδιο κάποιον ειδικό, ο θεραπευτής μπορεί να ζητήσει να ειδοποιηθεί από αυτόν, όταν θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση ενώ αν το άτομο αναφέρει ότι θα έλθει σε επικοινωνία με τον οικογενειακό ιατρό ή παθολόγο, ο θεραπευτής χρειάζεται να ενημερώσει ότι ιατροί άλλων ειδικοτήτων δεν γνωρίζουν εις βάθος τον τομέα των ψυχιατρικών φαρμάκων οπότε η αγωγή ενδέχεται να είναι άστοχη ή ανακριβής σε δοσολογία.
Η ψυχοθεραπεία και η φαρμακευτική αγωγή συνήθως δεν έχουν ταυτόχρονη εκκίνηση, ούτε και συγχρονισμένο τερματισμό. Κάποιοι άνθρωποι λαμβάνουν φάρμακα για ένα μικρό και άλλοι για ένα αρκετά μεγαλύτερο διάστημα. Κάποιοι είναι ιδιαίτερα δεσμευμένοι στο ένα είδος θεραπείας και όχι στο άλλο.
Βιβλιογραφία:
Εισαγωγή στην Ψυχοφαρμακολογία. Ανακτήθηκε από Link
Φαρμακολογία. Ανακτήθηκε από Link
Οι εικόνες ανακτήθηκαν από:
https://unsplash.com/
https://www.google.com/
Διάβασε επίσης : Μπορεί να συνδυαστεί η ψυχοθεραπεία με φαρμακευτική αγωγή;