Οι διαταραχές πρόσληψης τροφής απασχολούν σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού ιδιαίτερα στις Δυτικές κοινωνίες και ιδιαίτερα στις γυναίκες. Φαίνεται ότι τα μεγαλύτερα ποσοστά εμφανίζονται σε Δυτικές κοινωνίες καθώς υπάρχει αφθονία τροφής και ταυτόχρονα τα πρότυπα ομορφιάς προωθούν το αδύνατο σώμα. Έτσι, παρότι για πολλούς η διατροφή εκτός από ανάγκη είναι και ευχαρίστηση για άλλους αποτελεί σημαντικό πρόβλημα που φτάνει ακόμα να απειλεί την υγεία και την ζωή τους.
Η ψυχογενής ανορεξία είναι ενδεχομένως η πιο γνωστή διαταραχή διατροφής. Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή η πρώτη αναφορά της έγινε το 1500 από τον Simone Porta O. Portio. H πρώτη επιστημονική μελέτη έγινε το 1689 ενώ το 1873 ως επίσημη κλινική οντότητα καταγράφηκε με την ονομασία “anorexie hysterique” στην Γαλλία και “anorexia nervosa” από τον Gull στην Αγγλία.
Αναλύοντας με βάση το DSM-5 την ψυχογενή ανορεξία, χαρακτηρίζεται από περιορισμένη σε σχέση με τις ανάγκες του ατόμου πρόσληψη τροφής, έντονο φόβο για την αύξηση του βάρους και διαταραγμένη αντίληψη του τρόπου με τον οποίο βιώνεται το βάρος όπως υπεβολική αξιολόγηση του και άρνηση της κρισιμότητας της κατάστασης. Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι τα άτομα που πάσχουν δεν κατανοούν πόσο απειλητική ακόμα και για την ζωή τους είναι η τόσο μεγάλη απώλεια βάρους και μάλιστα συνήθως ακόμη στις περιπτώσεις που εν τέλει καταφεύγουν σε βοήθεια, είναι με πρωτοβουλία τρίτων. Οι πάσχοντες είναι προσκολλημένοι στο ζήτημα της διατροφής μετρώντας θερμίδες και το βάρος τους με ιδεοψυχαναγκαστικό τρόπο και έχουν έντονους προβληματισμούς για όλες τις παραμέτρους της διατροφής όπως ακόμα και τον χώρο που θα γευματίσουν. Επιπλέον αναπτύσσουν πολλά σωματικά συμπτώματα όπως γαστρεντερικά προβλήματα αλλά ακόμα και καρδιακά και μπορεί να είναι αναγκαία και η νοσηλεία.
Όσον αφορά την έκβαση της διαταραχής αν και σαφώς διαφέρει από άτομο σε άτομο κάποιοι καταφέρνουν να αναρρώσουν ενώ φαίνεται ότι ένα 50% των ατόμων υποτροπιάζουν. Ακόμη, για κάποιους η διαταραχή είναι συνεχής και περιγράφεται από διακυμάνσεις του βάρους σε όλη τους την ζωή. Το 20% περίπου παρουσιάζει χρόνιες σοβαρές δυσκολίες.
Συμπερασματικά, οι διαταραχές πρόσληψης τροφής επηρεάζουν σε ψυχικό και σωματικό επίπεδο τους πάσχοντες και η ευαισθητοποίηση του πληθυσμού είναι σημαντική ώστε να μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε τα σημάδια σε εμάς και τους γύρω μας. Στην ευαισθητοποίηση και την ενημέρωση συμβάλλουν σημαντικά αναφορές διάσημων ανθρώπων από τον χώρο του αθλητισμού, της μουσικής, της πολιτικής κ.α. που πάσχουν αλλά και οι μελέτες πάνω στο φαινόμενο σε ειδικά περιοδικά όπως τα International Journal of Eating Disorders και το European Eating Disorders Review.
Βιβλιογραφία:
Εισαγωγή στην ψυχοπαθολογία του ενήλικα, Άννα Χριστοπούλου, Εκδόσεις Τόπος.