Ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει την ικανότητα να προσαρμόζεται μέσα από νέες εμπειρίες, σκέψεις και συναισθήματα αλλάζοντας τις δομές και τις λειτουργίες του. Η ικανότητα αυτή, γνωστή και ως νευροπλαστικότητα, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η ψυχοθεραπεία δύναται να επηρεάσει την ανθρώπινη σκέψη και συμπεριφορά. Σύγχρονες έρευνες αποδεικνύουν ότι ο εγκέφαλος είναι δυναμικός και όχι στατικός, και έτσι η εμπειρία της ψυχοθεραπείας μπορεί να αλλάξει τη λειτουργία του.
Πιο συγκεκριμένα, ο εγκέφαλος αποτελείται από δίκτυα νευρωνικών κυττάρων που επικοινωνούν και συνεργάζονται, ανταλλάσσοντας πληροφορίες μέσω ηλεκτρικών και χημικών διεργασιών. Στη διάρκεια της ζωής, ο εγκέφαλος αλλάζει διαρκώς λόγω της πλαστικότητάς του και για ποικίλους λόγους, όπως λόγω της ανάπτυξης του ατόμου, μια εγκεφαλική βλάβη ή λόγω της μάθησης.
Εστιάζοντας, λοιπόν, παραπάνω στη σύνδεση της νευροπλαστικότητας με την ψυχοθεραπεία, έχει αποδειχθεί ότι ιδίως η Γνωσιακή-Συμπεριφορική Θεραπεία (CBT) επιδρά στην αλλαγή των εγκεφαλικών δομών. Αυτό, επιτυγχάνεται μέσω της αλλαγής αρνητικών μοτίβων σκέψης και υιοθέτησης πιο λειτουργικών σκέψεων και συμπεριφορών, κάτι που φαίνεται να αλλάζει τις συνδέσεις των νευρώνων και να ενισχύει περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τον γνωστικό έλεγχο και τη συναισθηματική ρύθμιση. Μέσω αυτής της διαδικασίας, δημιουργούνται νέες γνωστικές διαδρομές και ο εγκέφαλος μαθαίνει να αντιδρά διαφορετικά στα ερεθίσματα, οδηγώντας σε μακροπρόθεσμες αλλαγές στην εγκεφαλική δραστηριότητα.
Μάλιστα, απεικονιστικές μελέτες εγκεφάλου έχουν δείξει ότι η ψυχοθεραπεία είναι σε θέση να μειώσει την ενεργοποίηση περιοχών του εγκεφάλου που σχετίζονται με το άγχος και την κατάθλιψη, όπως η αμυγδαλή και ο προμετωπιαίος φλοιός. Επίσης, έρευνες έχουν δείξει ότι τόσο η ψυχανάλυση όσο και η CBT είναι σε θέση να αυξήσουν τη δραστηριότητα του ιππόκαμπου, μιας περιοχής του εγκεφάλου άρρηκτα συνδεδεμένης με τη μνήμη, τη μάθηση και την αντίληψη του χρόνου. Η ενίσχυση του ιππόκαμπου είναι σημαντική, καθώς το άγχος και η κατάθλιψη συνδέονται με τη μείωση της νευρογένεσης σε αυτήν την περιοχή.
Η ψυχοθεραπευτική διαδικασία μπορεί να επιφέρει μετρήσιμες νευροβιολογικές αλλαγές στον εγκέφαλο:
1) επαναφέροντας τη δομή και λειτουργία του εγκεφάλου στην κατάσταση που ήταν πριν τη διαταραχή (πχ. ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, κατάθλιψη, σχιζοφρένεια).
2) πραγματοποιώντας αλλαγές σε περιοχές του εγκεφάλου που αντισταθμίζουν τις αλλαγές που έχει προκαλέσει η διαταραχή (πχ. διαταραχή πανικού, μετατραυματικού στρες).
Επιπροσθέτως, η ψυχοθεραπευτική διαδικασία μπορεί να ενισχύσει τις γνωστικές δεξιότητες και τη μάθηση. Και αυτό γιατί η ψυχοθεραπεία ενισχύει την ενδοσκόπηση και την αυτοπαρατήρηση των σκέψεων και των συμπεριφορών, συμβάλλοντας στην αλλαγή και εύρεση νέων τρόπων με τους οποίους οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις στη ζωή τους. Αυτή η διαδικασία αναζήτησης νέων στρατηγικών μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγή της νευρολογικής δραστηριότητας που συνδέεται με τη μάθηση και τη γνωστική ανάπτυξη.
Εν συνεχεία, η ψυχοθεραπεία που βασίζεται στην ενσυνειδητότητα (mindfulness), μπορεί να ενισχύσει περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την συναισθηματική ρύθμιση και την αυτεπίγνωση, συμβάλλοντας έτσι στη νευροπλαστικότητα. Μάλιστα, η ενσυνειδητότητα είναι σε θέση να ενισχύσει περιοχές που ελέγχουν τις συναισθηματικές αντιδράσεις, ενώ παράλληλα να μειώσει τη δραστηριότητα στην αμυγδαλή, η οποία είναι υπεύθυνη για τις φοβικές αντιδράσεις.
Τέλος, σημαντικό είναι να τονιστεί το πώς η δυαδική σχέση θεραπευτή και θεραπευόμενου είναι σε θέση να ενισχύσει τη νευροπλαστικότητα και ως απότοκο την αλλαγή. Πιο συγκεκριμένα, η θεραπευτική σχέση μπορεί να παραλληλιστεί με τη γονεϊκότητα, δηλαδή με τη σχέση γονέα-παιδιού. Μέσα σε μια τέτοια σχέση και σε μια ασφαλή προσκόλληση, η ασφάλεια, η ζεστασιά και η άνευ όρων αποδοχή δημιουργούν ένα πλαίσιο ανάπτυξης του εγκεφάλου με τη συμβολή του γονέα-θεραπευτή. Η ψυχοθεραπευτική σχέση προωθεί το σχετίζεσθαι στο παρόν, και έτσι ο θεραπευόμενος μέσω του θεραπευτή μαθαίνει να επαναδομεί συναισθηματικά και βιολογικά την αλληλεπίδραση με τους γύρω του.
Συμπερασματικά, η ψυχοθεραπεία φαίνεται ότι μπορεί να επιφέρει πραγματικές και μετρήσιμες αλλαγές στον εγκέφαλο. Μέσω της αναδόμησης των σκέψεων και της ανάπτυξης νέων δεξιοτήτων, η ψυχοθεραπεία αξιοποιεί τη νευροπλαστικότητα συμβάλλοντας στην ενίσχυση της ψυχικής υγείας. Μελλοντικές έρευνες αναμένεται να φέρουν στην επιφάνεια νέες μεθόδους που μπορεί να βελτιωθεί η νευρολογική λειτουργία και κατ’ επέκταση η ψυχική ανθεκτικότητα.
Βιβλιογραφία
- Cazolino, L. (2017). The neuroscience of psychotherapy: Healing the social brain (3rd ed.). W Norton & Co.
- Davidson, R. J., & McEwen, B. S. (2012). Social influences on neuroplasticity: Stress and interventions to promote well-being. Nature Neuroscience , pp. 15(5), 689-695.
- Holzel, Β. Κ., Carmody, J., Vangel, M., Congleton, C., Yerramsetti, S. M., Gard, T., et al. (2011). Mindfulness practice leads to increases in regional brain gray matter density. Psychiatry Research: Neuroimaging , pp. 191(1), 36-43.
- Λιβά, Φ. (2018, June 18). Όταν η ψυχοθεραπεία συναντά τη νευροπλαστικότητα. Retrieved October 1, 2024, from Animartists: https://www.animartists.com/2022/06/18/344/
Αρχισυνταξία: Ζωγραφιά Πουγάτσια
Επιμέλεια άρθρου: Τυρλή Αικατερίνη