Σύνδρομο MUNCHAUSEN
Αναρτήθηκε από το www.unsplash.com

Σύνδρομο MUNCHAUSEN


Ο όρος ΣΥΝΔΡΟΜΟ MUNCHAUSEN εισήχθη για πρώτη φορά το 1951 από τον Richard Alan John Asher στο Lancet, στην Αγγλία για να περιγράψει ασθενείς που αναζητούσαν εισαγωγή σε νοσοκομεία με εμφανείς οξείες ασθένειες και δραματικό ιατρικό ιστορικό (Murray, 1997). Σε αυτή την περίπτωση, οι ασθενείς προκαλούν σκόπιμα συμπτώματα σωματικής ή ψυχικής ασθένειας προκειμένου να αναλάβουν τον ρόλο του αρρώστου και να αποκτήσουν ιατρική φροντίδα (Aadil et al.,2017).

Το σύνδρομο Munchausen είναι μια πλασματική διαταραχή, η οποία περιλαμβάνει περιστατικά στα οποία ο ασθενής ερμηνεύει ψευδώς, αναπαράγει ή προκαλεί συμπτώματα τραυματισμού ή ασθένειας στον εαυτό του χωρίς εμφανή εξωτερικά οφέλη όπως αποφυγή δουλειάς ή στρατιωτικής θητείας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την περιττή χρήση ιατρικών πόρων, δηλαδή περιττές ιατρικές εξετάσεις και αξιολογήσεις, και την καθιστά μία από τις πιο απαιτητικές διαγνώσεις σε ένα ιατρικό σύστημα.

Η διάγνωση της διαταραχής Munchausen εμπίπτει στο Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (DSM-5) και απαιτεί ορισμένα κριτήρια τα οποία παραθέτονται παρακάτω

  •  Δημιουργία σωματικών ή ψυχολογικών συμπτωμάτων ή πρόκληση τραυματισμού ή ασθένειας με εσκεμμένη πρόθεση εξαπάτησης
  •  Προσποίηση ασθένειας ή τραυματισμού και προβλήματα στη λειτουργικότητα του
  •  Συνέχιση της εξαπάτησης, ακόμη και χωρίς να λάβει κανένα ορατό όφελος ή ανταμοιβή
  •   Η συμπεριφορά δεν εξηγείται καλύτερα από άλλη ψυχική διαταραχή.

Τα τυπικά χαρακτηριστικά που πρέπει να ωθήσουν τον γιατρό να συμπεριλάβει το σύνδρομο Munchausen στη διάγνωση, περιλαμβάνουν τα σκόπιμα ψέματα, την επανειλημμένη επίσκεψη στην κλινική/νοσοκομείο με παρόμοια παράπονα σε σύντομο χρονικό διάστημα, τη λήψη υπερβολικής ποσότητας φαρμάκων για να προκληθούν παρενέργειες , επαναλαμβανόμενους κοιλιακούς πόνους, ουλές στα άκρα και ρευματολογικές και αιματολογικές διαταραχές.

(Aadil et al.,2017).

Μέσω της ΄΄κατασκευής΄΄ μιας ιατρικής ασθένειας, οι ασθενείς είναι σε θέση να λάβουν την προσοχή και, μερικές φορές, τη φροντίδα που μπορεί να μην είχαν στο σπίτι. Από τους σχετικά λίγους ασθενείς που έχουν αποδεχτεί τη διάγνωσή τους, σχεδόν πάντα αναφέρουν ότι πρόθεσή τους ήταν να δημιουργήσουν μια αίσθηση σπουδαιότητας και να βρουν ένα μέρος του «ανήκειν». Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί ο ακριβής αριθμός των ατόμων με σύνδρομο Munchausen, καθώς οι περισσότεροι ασθενείς θα αρνηθούν τη διάγνωση και πολλοί μπορεί να γίνουν εχθρικοί. Ωστόσο, έχουν καταγραφεί  ορισμένοι παράγοντες κινδύνου και αυτοί συνοψίζονται στα παρακάτω. Αυξημένα καταγράφονται τα ποσοστά του συνδρόμου στο γυναικείο φύλο, σε άγαμα άτομα και σε άτομα που η εργασία τους σχετίζεται με την υγειονομική περίθαλψη. Είναι συχνό φαινόμενο σε ασθενείς με οριακά χαρακτηριστικά ή διαταραχές προσωπικότητας και ιστορικό σεξουαλικής κακοποίησης. Στην πλειονότητα των ατόμων με το σύνδρομο, τα συμπτώματα της ασθένειας  που παρουσιάζουν είναι δύσκολο να επιβεβαιωθούν με εργαστηριακές ή ακτινογραφικές εξετάσεις. Ο ασθενής μπορεί να υπερηφανεύεται ότι έχει ένα «ιατρικό μυστήριο» και έτσι να μπερδεύει τους γιατρούς. Γι’ αυτό  είναι χρήσιμο να δίνεται προσοχή σε τυχόν ασυνέπειες που υπάρχουν, όπως αντικειμενικά ευρήματα εργαστηριακών και φυσικών εξετάσεων που δεν ταιριάζουν με τα υποτιθέμενα συμπτώματα που παρουσιάζονται (Weber et al.,2020).

Οι αναφορές για την επιτυχή θεραπεία τέτοιων συνδρόμων είναι περιορισμένες και πολλοί τονίζουν τη σημασία της συμμαχίας θεραπευτή-ιατρού. Μια ανεκτική στάση απέναντι στον ασθενή είναι σημαντική για τη δημιουργία μιας ισχυρής σχέσης. Σημαντική κρίνεται η συνεργασία μεταξύ γιατρών και ειδικών ψυχικής υγείας προκειμένου να παρέχουν ένα σύστημα υποστηρικτικής υγειονομικής περίθαλψης (Aadil et al.,2017).  Ο ειδικός ψυχικής υγείας μπορεί στη συνέχεια να επικεντρωθεί στην θεραπευτική προσέγγιση που θα ακολουθήσει. Η τυπική θεραπεία για όλους τους ασθενείς με σύνδρομο Munchausen είναι η ψυχοθεραπεία, αν και οι περισσότεροι ασθενείς αρνούνται. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να είναι χρήσιμη η εφαρμογή της γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας ιδιαίτερα όταν ένα τραύμα της παιδικής ηλικίας υποψιάζεται να είναι ο υποκινητής της διαταραχής. (Weber et al.,2020).

Aadil, M., Faraz, A., Anwar, M. J., Shoaib, M., Nasir, U., & Akhlaq, S. A. (2017). A case of munchausen syndrome presenting with hematemesis: A case report. Cureus. https://doi.org/10.7759/cureus.1348

Murray, J. B. (1997). Munchausen syndrome/munchausen syndrome by proxy. The Journal of Psychology, 131(3), 343–352. https://doi.org/10.1080/00223989709603520

Weber B, Gokarakonda SB, Doyle MQ. Munchausen Syndrome. In: StatPearls. StatPearls Publishing, Treasure Island (FL); 2020. PMID: 30085541.

ΚοινοποίησηFacebookLinkedIn
Συμμετοχή στη συζήτηση

Archives

Categories

WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com