Μία από τις συχνότερες δυσλειτουργίες που εμφανίζονται στη φυσιολογική λειτουργία του ύπνου είναι η αϋπνία. Για τους περισσότερους ανθρώπους από εμάς η αϋπνία συγχέεται άμεσα με την αδυναμία έλευσης ύπνου, που είναι γενικότερα και το πιο κοινό σύμπτωμα. Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι το απόλυτο, αφού η αϋπνία εμφανίζεται με διαφορετικό τρόπο στον κάθε άνθρωπο. Κατά αυτόν τον τρόπο, μπορεί να έχει και τη μορφή της δυσκολίας διατήρησης ύπνου, η οποία χαρακτηρίζεται από συχνές μεσονύκτιες αφυπνίσεις, της πρόωρης αφύπνισης με αδυναμία επανέναρξης του ύπνου, καθώς ακόμα και της άπνοιας.
Η έλλειψη ύπνου μειώνει τη συγκέντρωση και την ικανότητα να παίρνει κάποιος σωστές αποφάσεις και να επεξεργάζεται πληροφορίες, κάτι που μπορεί να επηρεάσει την εργασία, τις σπουδές και τις κοινωνικές σχέσεις.
Καθώς η αϋπνία προκαλεί σημαντική δυσλειτουργικότητα στην καθημερινή ζωή, με αδυναμία του ατόμου να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις και τις εργασίες του, πολύ συχνά δημιουργείται η ανησυχία ότι μπορεί να προκληθεί κάτι πιο σοβαρό και παθολογικό. Αυτή η κοινή πεποίθηση είναι απαραίτητο να απομυθοποιηθεί, καθώς δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία τα οποία να επιβεβαιώνουν τη συσχέτιση της αϋπνίας με άλλα συμπτώματα διαταραχών. Είναι αυτονόητη η δυσφορία που προκαλείται ως άμεσο αντίκτυπο της αϋπνίας και γι’ αυτό πρέπει να αντιμετωπίζεται, όχι όμως ως σύμφυτο μιας πιο σοβαρής κατάστασης.
Στη χώρα μας δραστηριοποιούνται μονάδες μελέτης ύπνου, οι οποίες στελεχώνονται από ειδικούς ψυχικής υγείας (ψυχιάτρους και ψυχολόγους) και ειδικεύονται αποκλειστικά στις διαταραχές ύπνου και ειδικότερα στην αϋπνία. Οι βασικές θεραπευτικές παρεμβάσεις είναι δύο: η φαρμακευτική και το γνωσιακό-συμπεριφορικό πρωτόκολλο για την αϋπνία (CBT-I). Ως θεραπεία πρώτης γραμμής θεωρείται γενικότερα το CBT-I, γεγονός που είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρο για τους ασθενείς που επιθυμούν να αντιμετωπίσουν την αϋπνία με ψυχοθεραπευτική παρέμβαση.
Αναφορικά με το CBT-I, πρόκειται για ένα αυστηρά δομημένο πρωτόκολλο που δεν ξεπερνάει συνήθως τις 6 συνεδρίες. Στοχεύει γνωσιακά στην αλλαγή των διαστρεβλωμένων πεποιθήσεων γύρω από τον ύπνο, και συγκεκριμένα στην εφαρμογή συγκεκριμένων πειραμάτων για τη βελτίωση του ύπνου. Αυτό μπορεί να περικλείει: ημερολόγιο ύπνου, περιορισμό των ωρών παραμονής στο κρεβάτι για να ταυτίζεται αυτό μόνο με τη δραστηριότητα του ύπνου, συγκεκριμένες οδηγίες για τον χώρο και τον φωτισμό.
Το CBT-I αντιμετωπίζει τις βασικές αιτίες της αϋπνίας, γι’ αυτό και κρίνεται ότι μακροπρόθεσμα έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα σε σύγκριση με τη φαρμακευτική θεραπεία. Επιπλέον, προσφέρει αποφυγή παρενεργειών, ενώ τα συμπτώματα δεν επιστρέφουν μετά από ένα χρονικό διάστημα, όπως συμβαίνει κυρίως με τα υπνωτικά φάρμακα.
Όπως γίνεται απολύτως κατανοητό, ο ύπνος είναι απαραίτητος για την αποκατάσταση και αναζωογόνηση του οργανισμού, κι ως εκ τούτου ο περιορισμός του μπορεί να προκαλέσει πληθώρα δυσκολιών στην καθημερινή ζωή. Ένα υγιές μοτίβο ύπνου βελτιώνει την ποιότητα ζωής και προσφέρει ενέργεια, διάθεση και ψυχική διαύγεια. Γι’ αυτόν τον λόγο, η ένδειξη ότι μπορεί να πάσχετε από αϋπνία είναι θεμιτό να συνοδεύεται από αναζήτηση βοήθειας από κάποιον ειδικό, εφόσον η κατάσταση παραμένει. Είναι σημαντικό να θυμάστε ότι η αϋπνία είναι μια κατάσταση άμεσα αναστρέψιμη και να καθησυχάζετε τον εαυτό σας, εφόσον το άγχος για τον ύπνο επιδεινώνει σε μεγαλύτερο βαθμό το πρόβλημα. Είναι σημαντικό να παραμείνουμε ήρεμοι και να επιδιώξουμε τη βελτίωση των συνηθειών του ύπνου μας.
Βιβλιογραφία:
- Bramoweth, A. & Koffel, E. & & Ulmer, C. (2018). Increasing access to and utilization of cognitive behavioral therapy
for insomnia (CBT-I): a narrative review. Journal of General Internal Medicine, 3(3), 955–962. Available at: https://link.springer.com/article/10.1007/s11606-018-4390-1 - Bonnet, M. & Arand, D. (2010). Hyperarousal and insomnia: state of the science. ScienceDirect. Available at: https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S1087079209000458?casa_token=NbW_RBsCg8UAAAAA:ddfZwW4_ZIT8RWg-ww_hybe_U9JakhTxueCr1X1uLhw_zmG6DmxgRs2VRjOAtkI6a3LCObr1vrk
Αρχισυνταξία και επιμέλεια άρθρου: Παρή Πατσαρούχα