Τα τελευταία χρόνια, η βία μεταξύ ανηλίκων έχει γίνει αντικείμενο έντονης συζήτησης και προβληματισμού σε πολλές χώρες παγκοσμίως. Τα περιστατικά επιθέσεων, εκφοβισμού και κακοποίησης μεταξύ παιδιών και εφήβων αυξάνονται, ενώ οι παράγοντες που συντελούν στην ανάπτυξη αυτής της βίας είναι πολλοί και ποικίλοι. Τόσο η οικογένεια, όσο και το σχολικό περιβάλλον, καθώς και η επιρροή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς των ανηλίκων.
Σε διεθνές επίπεδο, το φαινόμενο αυτό έχει συνδεθεί με την αυξανόμενη πίεση που αισθάνονται οι νέοι σε ακαδημαϊκό, κοινωνικό και προσωπικό επίπεδο. Οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις και η ανεξέλεγκτη χρήση του διαδικτύου έχουν επιδεινώσει την κατάσταση, ενώ η πανδημία Covid-19 αύξησε τα επίπεδα άγχους και απομόνωσης, επιδρώντας αρνητικά στην ψυχολογία των παιδιών και των εφήβων.
Στην Ελλάδα, το φαινόμενο της βίας μεταξύ ανηλίκων έχει αρχίσει να παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις τα τελευταία χρόνια. Παρά το γεγονός ότι παραδοσιακά η ελληνική κοινωνία θεωρείται στενά συνδεδεμένη με οικογενειακές αξίες, η αύξηση των περιστατικών βίας σε σχολεία και δημόσιους χώρους υποδηλώνει ότι κάτι αλλάζει στις δυναμικές των σχέσεων των νέων (Daskalou & Sygkollitou, 2024).
Η οικονομική κρίση που διήρκησε περισσότερο από μία δεκαετία, καθώς και οι συνέπειες της πανδημίας, φαίνεται να έχουν επιδεινώσει το φαινόμενο. Η οικονομική και ψυχολογική πίεση που αισθάνονται πολλές οικογένειες επηρεάζει αναπόφευκτα και τους ανήλικους. Τα παιδιά συχνά αντιδρούν στις δυσκολίες με επιθετική συμπεριφορά, ειδικά όταν δεν έχουν στη διάθεσή τους τα απαραίτητα ψυχολογικά και κοινωνικά εργαλεία για να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους.
Παράλληλα, τα ελληνικά σχολεία φαίνεται να δυσκολεύονται να διαχειριστούν επαρκώς το φαινόμενο του εκφοβισμού και της βίας. Παρόλο που έχουν υλοποιηθεί προγράμματα ευαισθητοποίησης και πρόληψης, η έλλειψη επαρκούς ψυχολογικής στήριξης και εκπαίδευσης τόσο στους μαθητές όσο και στους εκπαιδευτικούς, εμποδίζει την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος. Οι διενέξεις μεταξύ μαθητών συχνά δεν καταγράφονται επίσημα ή υποτιμώνται, κάτι που επιτρέπει στο φαινόμενο να συνεχίζεται (Bourou et al, 2024).
Επιπλέον, το διαδίκτυο, και ιδιαίτερα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχουν αλλάξει δραματικά τον τρόπο με τον οποίο οι ανήλικοι επικοινωνούν και αλληλεπιδρούν. Πλατφόρμες όπως το Instagram, το TikTok, το Snapchat και το YouTube είναι οι κυρίαρχοι χώροι, όπου οι νέοι διαμορφώνουν την κοινωνική τους ταυτότητα. Ωστόσο, αυτές οι πλατφόρμες είναι επίσης το ιδανικό έδαφος για την εξάπλωση της βίας και του εκφοβισμού, καθώς το διαδίκτυο προσφέρει απεριόριστη πρόσβαση σε περιεχόμενο βίας. Βίντεο και εικόνες βίαιων συμπεριφορών ή συγκρούσεων γίνονται viral, και οι νέοι συχνά ταυτίζονται με αυτά ή θεωρούν πως η βία είναι ένας αποδεκτός τρόπος έκφρασης δύναμης και κυριαρχίας. Η επαναλαμβανόμενη έκθεση σε τέτοιου είδους περιεχόμενο οδηγεί στη κανονικοποίηση της βίας, καθιστώντας τη συχνά μέρος της καθημερινότητας των ανηλίκων.
Το διαδίκτυο, επίσης, έχει λειτουργήσει ως βασικός μοχλός διάδοσης της τραπ κουλτούρας, κάνοντας τους καλλιτέχνες εύκολα προσβάσιμους και τις ιδέες τους ευρέως διαδεδομένες. Πλατφόρμες όπως το YouTube και το TikTok έχουν δώσει τεράστια δημοσιότητα στην τραπ μουσική, με τραγούδια που πολλές φορές προωθούν βίαια μηνύματα να γίνονται viral και να προσελκύουν εκατομμύρια προβολές. Οι καλλιτέχνες γίνονται ινδάλματα για τους νέους, οι οποίοι συχνά υιοθετούν τη γλώσσα και τη συμπεριφορά που βλέπουν στα τραγούδια και τα βίντεο.
Οι στίχοι πολλών τραγουδιών της τραπ επικεντρώνονται στην ιδέα της δύναμης μέσω της βίας και της εγκληματικότητας, προβάλλοντας πρότυπα όπου οι ανήλικοι βλέπουν τη βία ως μέσο κοινωνικής ανόδου και αποδοχής. Τα βίντεοκλιπ τραπ μουσικής, που συχνά δείχνουν όπλα, χρήματα και γρήγορα αυτοκίνητα, αποπνέουν την ιδέα ότι η βία είναι συνδεδεμένη με την επιτυχία και το κύρος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλοί νέοι να προσπαθούν να μιμηθούν αυτό το πρότυπο συμπεριφοράς, οδηγώντας σε αύξηση της επιθετικότητας και της βίας (Χαρίτου, 2024).
Αυτό το συνδυαστικό φαινόμενο του διαδικτύου και της τραπ κουλτούρας δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο, όπου οι νέοι εκτίθενται συνεχώς σε βίαιες εικόνες και ακούσματα. Η ασταμάτητη ροή τέτοιου περιεχομένου μπορεί να τους κάνει να πιστέψουν ότι η βία είναι όχι μόνο αποδεκτή, αλλά και επιθυμητή για την επίτευξη κοινωνικής επιτυχίας.
Η αύξηση της βίας μεταξύ ανηλίκων απαιτεί την προσοχή της κοινωνίας στο σύνολό της. Χρειάζονται στοχευμένες παρεμβάσεις τόσο από το κράτος όσο και από τους εκπαιδευτικούς φορείς. Η κουλτούρα της βίας δεν πρέπει να γίνει ο κανόνας για την ελληνική νεολαία. Με τη σωστή υποστήριξη και την κατάλληλη εκπαίδευση, η κοινωνία μπορεί να βοηθήσει τους νέους να κατανοήσουν τις συνέπειες της βίας και να καλλιεργήσει πρότυπα συμπεριφοράς βασισμένα στο σεβασμό και την κατανόηση.
Βιβλιογραφία:
Επιμέλεια άρθρου: Τυρλή Αικατερίνη