Το στρες αποτελεί την απόκριση του οργανισμού σε στρεσογόνους παράγοντες, οι οποίοι εντοπίζονται είτε ως σωματικοί, όπως η παρατεταμένη έκθεση σε κρύο περιβάλλον, είτε ως ψυχολογικοί, όπως οι σκέψεις για την επερχόμενη γραπτή εξέταση. Οι στρεσογόνοι παράγοντες ουσιαστικά διαταράσσουν την ομοιόσταση του σώματος, αποτελώντας κατά αυτόν τον τρόπο απειλή για την επιβίωσή του.
Το στρες έρχεται ως απάντηση, ώστε να διατηρήσει σταθερές τις εσωτερικές συνθήκες του οργανισμού με μία σειρά από μεταβολές, που συμβαίνουν σε επίπεδο ορμονών, Αυτόνομου Νευρικού Συστήματος και Ανοσοποιητικού Συστήματος. Ο Hans Selye απέδωσε την απόκριση στο στρες σε νευροφυσιολογικές λειτουργίες, όπως είναι η έκκριση κορτιζόλης, αδρεναλίνης και νοραδρεναλίνης.
Το στρες, λοιπόν, εκτός της φυσιολογίας περιλαμβάνει ακόμη τρείς βασικές συνιστώσες, οι οποίες είναι: η συμπεριφορά αυτή καθαυτή, η γνωστικές διεργασίες, που συμβαίνουν πριν και κατά τη διάρκεια της απόκρισης στο στρες, και φυσικά η υποκειμενική εμπειρία του στρες.
Λόγω της καθημερινής μας έκθεσης σε στρεσογόνους παράγοντες κατά τη διάρκεια όλης μας της ζωής, οι έρευνες τα τελευταία χρόνια έχουν επικεντρωθεί στο εργασιακό στρες, το οποίο φαίνεται ότι παίζει καταλυτικό ρόλο στην ποιότητα ζωής πολλών ανθρώπων. Φαίνεται, ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο το 60% των απουσιών από την εργασία οφείλεται στο έντονο στρες, ενώ στις ΗΠΑ το κέρδος μειώνεται κατά 200 έως 300 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, λόγω του στρες των υπαλλήλων στους εκάστοτε εργασιακούς χώρους.
Στη βιβλιογραφία, γενικώς, επισημαίνεται, ότι οι περισσότερες έρευνες και αναφορές εμμένουν σε μία μόνο πτυχή του στρες, αυτή του “παθολογικού στρες” – “distress”. Το παθολογικό στρες αφορά υψηλά επίπεδα βίωσης στρες και σχετίζεται με καταστάσεις, όπως πόνος, ναυτία, πονοκέφαλος, κόπωση και επιδείνωση της λειτουργίας του Ανοσοποιητικού συστήματος, λόγω του τρόπου ζωής των ανθρώπων. Πρόκειται, επίσης, για το στρες, το οποίο ενδεχομένως είναι μακροχρόνιο και συμβάλλει αρνητικά στην προσαρμοστικότητα του ατόμου, μειώνοντας παράλληλα το επίπεδο ποιότητας ζωής του.
Η πτυχή του στρες, η οποία συχνά παραλείπεται από τις σχετικές έρευνες είναι εκείνη του “φυσιολογικού στρες” – “eustress”. Το φυσιολογικό στρες αποκαλείται ως η ιδανική κατάσταση του συστήματος απόκρισης σε στρεσογόνους παράγοντες, με τα επίπεδα απόκρισης σε χαμηλότερες τιμές, φυσικά από εκείνα του “distress”. Σχετίζεται με βραχυπρόθεσμες καταστάσεις (κάτω των 100 λεπτών), όπως η ομιλία σε μία συνέλευση, και φαίνεται ότι βελτιώνει την προσαρμοστικότητα του ατόμου, καθώς επίσης και τη λειτουργία του Ανοσοποιητικού του συστήματος. Η χαρά και το νόημα στην επίτευξη κάθε στόχου τροφοδοτούνται από το “φυσιολογικό στρες”, κάνοντας τους εργαζομένους και γενικά τους ανθρώπους σε κάθε πτυχή της ζωής τους πιο αποδοτικούς και αφοσιωμένους με ό,τι καταπιάνονται.
Οι ερευνητές τονίζουν, ότι το ίδιο στρεσογόνο ερέθισμα ενδεχομένως να οδηγήσει τόσο στο “φυσιολογικό” όσο και στο “παθολογικό στρες”, αν συμβεί σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Αυτό που ορίζει ποιό από τα δύο είδη στρες θα προκληθεί κάθε φορά είναι η ερμηνεία της κατάστασης, δηλαδή η γνωστική επεξεργασία και η συναισθηματική συνθήκη κάθε ανθρώπου τη δεδομένη στιγμή.
Το “φυσιολογικό στρες” αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εξέλιξης και της επιβίωσης του ανθρώπου, καθώς χωρίς αυτό η ομοιόστασή μας δεν θα ήταν ποτέ σε φυσιολογικά επίπεδα. Αντιθέτως, το “παθολογικό στρες” αυξάνει τους παράγοντες κινδύνου νοσηρότητας και θνησιμότητας. Ο ρόλος, λοιπόν, της ερμηνείας κάθε γεγονότος που προκαλεί στρες αποτελεί κομβικό σημείο για την εξέλιξη μίας εποικοδομητικής ή επιβαρυντικής απόκρισης σε αυτό.
Βιβλιογραφική αναφορά:
Fevre, M. Le, Matheny, J., & Kolt, G. S. (2003). Eustress , distress , and interpretation in occupational stress, 726–744. https://doi.org/10.1108/02683940310502412
Kozusznik, M. W., & Rodríguez, I. (2015). Eustress and Distress Climates in Teams : Patterns and Eustress and Distress Climates in Teams : ResearchGate, 22(July), 1–23. https://doi.org/10.1037/a0038581
Kupriyanov, R., & Zhdanov, R. (2014). The Eustress Concept : Problems and Outlooks. World Journal of Medical Sciences, 11(2), 179–185. https://doi.org/10.5829/idosi.wjms.2014.11.2.8433
Milsum, J. H. (1983). A model of the eustress system for health/ illness, 30, 179–186.
Parker, K. N., & Ragsdale, J. M. (2015). Effects of Distress and Eustress on Changes in Fatigue from Waking to Working, 7(3), 293–315. https://doi.org/10.1111/aphw.12049
Pinel, J. P. (2011). Βιοψυχολογία. (Σ., Γιακουμάκη, Α., Α., Καστελλάκης, & Δ., Τατά, Ed.,) (Γ. Κρομμύδας, Trans.) ΕΛΛΗΝ.