Η συναισθηματική στέρηση συνοψίζεται στη φράση “Αναζητώ περισσότερη αγάπη από αυτή που παίρνω”. Με τη βασανιστική προσδοκία ότι κανείς δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί επαρκώς στις πραγματικές ανάγκες του ατόμου εκείνο βυθίζεται στη ζωή του σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο συναισθηματικής στέρησης στις σχέσεις του. Πιστεύει ότι δεν υπήρχε ποτέ ούτε υπάρχει κάποιος που να το καταλαβαίνει πραγματικά, να του προσφέρει αγάπη, φροντίδα και ζεστασιά. Πρόκειται για μια πίστη που το οδηγεί σε μια τυφλή και ασυνείδητη έλξη προς συντρόφους που είναι συναισθηματικά στερητικοί και απόντες.
Το άτομο που κουβαλάει μέσα του την παγίδα της συναισθηματικής στέρησης ασυνείδητα αρνείται να επιτρέψει στον άλλο να τον αγαπήσει, ακόμα κι αν αυτή η ανάγκη στην πραγματικότητα σπαράζει μέσα του. Είναι σαν να μην μπορεί να δεχτεί την αγάπη γιατί δεν ξέρει πώς να τη δεχτεί, ίσως γιατί δεν τη γνώρισε ποτέ. Ένα διαρκές συναίσθημα μοναξιάς ταλανίζει τον ψυχισμό του ατόμου και το κυνηγά στη ζωή του και στις σχέσεις του.
Οι ρίζες της συναισθηματικής στέρησης εντοπίζονται στο πρώιμο οικογενειακό περιβάλλον, το οποίο συχνά μπορεί να χαρακτηρίζεται από έναν ψυχικά αποστασιοποιημένο γονέα, ψυχρό, δίχως επαρκή φροντίδα απέναντι στο παιδί του. Κάποιοι γονείς είναι τόσο επικεντρωμένοι στον ίδιο τους τον εαυτό που στερούν από το παιδί τους την αίσθηση ότι είναι μοναδικό. Η παραμέληση στην παιδική ηλικία είναι μια μορφή κακοποίησης και μπορεί να χτίσει το φόβο ότι θα επαναληφθεί. Το άτομο μαθαίνει να νιώθει ότι είναι καταδικασμένο να αποδέχεται ότι οι συναισθηματικές του ανάγκες, όπως η επιθυμία του για αγάπη και προσοχή, θα παραμείνουν ακάλυπτες. Στις διαπροσωπικές του σχέσεις αυτή η πίστη αντανακλάται με δυσλειτουργικές συμπεριφορές οι οποίες διατηρούν ανοιχτό το τραύμα της συναισθηματικής στέρησης: Μπορεί, το άτομο να είναι πάντα ο πρώτος που τερματίζει τις κοντινές του σχέσεις, να επιλέγει συντρόφους που είναι ψυχροί ή που αδυνατούν να δεσμευτούν μαζί του.
Χρόνια παρενέργεια της συναισθηματικής στέρησης είναι η ενοχή ότι με κάποιο τρόπο την έχει προκαλέσει το ίδιο το άτομο. Τα λόγια του Ίρβιν Γιάλομ είναι αποκαλυπτικά: “Πρέπει να εγκαταλείψετε την ελπίδα για ένα καλύτερο παρελθόν”. Εδώ η λύση μοιάζει να βρίσκεται στη δημιουργία και στη διατήρηση νέων, αληθινών και ολοκληρωμένων συναισθηματικών σχέσεων και στην αποδοχή, όχι στην άρνηση, των βιωμάτων μας. Και ας μην ξεχνάμε πως “τις βαριές αποσκευές τις αφήνουμε στην πόρτα”. Aυτά που μας βάρυναν, μας πόνεσαν, μας τραυμάτισαν, δεν τα φέρνουμε στη νέα σχέση. Ας μην ξεκινήσουμε μια νέα σχέση με τα αποκαΐδια του παρελθόντος.
Βιβλιογραφία
Κωστοπούλου, Μ. (2014), Μιλώντας για εμάς και τα προβλήματά μας, εκδ. Καστανιώτη
Χαριτόπουλος, Δ. (2017), Σχέσεις, Αθήνα: Τόπος