Η πρώτη φορά που επισκέφτηκα ψυχολόγο ήταν όταν ήμουν δημοτικό. Και αυτό γιατί διαγνώστηκα με αλωπεκία. Η δεύτερη φορά ήταν όταν ήμουν 12-13, ήταν απόφαση του εισαγγελέα , οι γονείς μου έπαιρναν διαζύγιο τότε και έπρεπε να περάσω από ψυχολόγο μαζί με την αδερφή μου και τους γονείς μου. Από τότε, δεν ξανά πήγα . Τώρα, που είμαι 25 είχα σκεφτεί σοβαρά να ξαναπάω, γιατί περνούσα μια φάση πολύ δύσκολη λόγω δουλειάς, οικογένειας και οικονομικών. Τα έβλεπα όλα μαύρα και με είχε πάρει πολύ από κάτω. Αλλά σκέφτηκα, ότι υπάρχουν πιο σοβαρά προβλήματα από τα δικά μου. Δεν υπήρχε λόγος να πάω σε ψυχολόγο.
Από τον/την: Κωνσταντίνα
Αγαπητή Κωνσταντίνα,
Ευχαριστούμε για το μοίρασμα της προσωπικής σου ιστορίας.
Με αφορμή τις τελευταίες σκέψεις, που εκθέτεις, θα ήθελα να σταθώ λίγο παραπάνω σε αυτές. Συγκεκριμένα, στο ότι ενώ αντιμετώπιζες μια δύσκολη περίοδο και σκέφτηκες να επισκεφθείς έναν ψυχολόγο, την ίδια ώρα, αναίρεσες την σκέψη αυτή, σκεπτόμενη πως υπάρχουν και χειρότερα προβλήματα και πως δεν υπήρχε λόγος να πας. Πολλές φορές, συναντώ ανθρώπους που αντιμετωπίζουν δύσκολες στιγμές και επιθυμούν μια εξωτερική βοήθεια από κάποιον ειδικό, ωστόσο λόγω της ίδιας σκέψης «Υπάρχουν και χειρότερα», δεν εκπληρώνουν τελικά την επιθυμία αυτή. Μου δίνεται λοιπόν τώρα, η ευκαιρία να αναλύσω αυτή την συμπεριφορά, ευελπιστώντας πως το παρόν κείμενο θα αποτελέσει κίνητρο για αναζήτηση βοήθειας, όποιο και αν είναι το αίτημα που έχει το άτομο. Εδώ, θέλω να ανοίξω μια παρένθεση να διευκρινίσω το εξής: Όταν λέμε δύσκολες στιγμές ή δυσκολίες, ή προβλήματα, ή όπως αλλιώς επιλέγει κανείς να ονομάσει την περίοδο που δεν αισθάνεται καλά με τον εαυτό του και τους γύρω του, για τον κάθε άνθρωπο σημαίνει και κάτι διαφορετικό και έχει ξεχωριστή ένταση. Ποτέ δεν βιώνει κανείς, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, ένα γεγονός, ακόμη και αν μιλάμε για το ίδιο (πχ. χωρισμός, απώλεια κλπ).
Επίσης, δυστυχώς η κοινωνία μας, τείνει να διαχωρίζει κάποιες καταστάσεις, σε κατηγορίες, σε πιο εύκολες και πιο δύσκολες στην διαχείρισή τους. Για παράδειγμα, ένας χωρισμός σε νεαρή ηλικία, θεωρείται από την πλειοψηφία των ανθρώπων ως κάτι που ξεπερνιέται εύκολα. Ωστόσο, υπάρχουν άνθρωποι που δυσκολεύονται πολύ να το διαχειριστούν και θεωρούν πως η κατάσταση αυτή είναι η χειρότερη ενδεχομένως, που θα μπορούσαν να έρθουν αντιμέτωποι. Αντίστοιχα, ο χαμός ενός ανθρώπου, θεωρείται πιο δύσκολα διαχειρίσιμος και υπάρχει η αντίληψη, ότι χρήζει ψυχολογικής υποστήριξης ο άνθρωπος που μένει εν ζωή.
Όλα αυτά όμως είναι σχετικά. Καθένας από εμάς αντιδρά με διαφορετικό τρόπο στις καταστάσεις γύρω του. Στην διαχείριση μια κατάστασης, παίζουν ρόλο ποικίλοι παράγοντες, όπως η προσωπικότητα του ατόμου, οι παρελθοντικές εμπειρίες, το υποστηρικτικό δίκτυο αλλά και η ψυχική ανθεκτικότητα του καθενός.
Ας σταθούμε λίγο, και ας σκεφτούμε τί θεωρείται τελικά ως σημαντικό και τί χρήζει τελικά υποστήριξης; Να ενσωματώσουμε στις σκέψεις μας, ότι ακόμη και κάτι «απλό» (χωρισμός) για κάποιους, μπορεί να επιφέρει άσχημες και μη εύκολα διαχειρίσιμες συνέπειες στην ζωή ενός ατόμου. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα προβλήματα που απαιτούν υποστήριξη/βοήθεια. Γιατί, όλα τα προβλήματα είναι τόσο υποκειμενικά και μοναδικά στην βίωσή τους, που δεν θα μπορούσαμε να προβούμε σε κατηγοριοποίηση τους.
Σπουδαίας σημασίας επίσης, αποτελεί η λειτουργικότητα του ατόμου στην βίωση μιας κατάστασης. Δηλαδή πόσο η κατάσταση αυτή, το επηρεάζει στην καθημερινότητα και την αποδοτικότητα του. Αυτό που συνήθως παρακινεί ένα άτομο να επισκεφθεί έναν ειδικό, είναι η εσωτερική του κραυγή για βοήθεια. Είναι ή προσωπική διαπίστωση, πως δεν έχει πλέον άλλες δυνάμεις και εργαλεία να αξιοποιήσει, προκειμένου να φέρει σε πέρας μια κατάσταση. Νιώθει πως έχει ξεπεράσει τον εαυτό του και δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στην καθημερινότητα του. Άρα, μόνο το ίδιο το άτομο μπορεί να κρίνει πότε και αν θέλει βοήθεια. Κανένας ειδικός δεν κρίνει τον λόγο που κάποιος ζητά βοήθεια και δεν τον αξιολογεί ως σημαντικό ή μη. Γιατί απλώς, δεν υπάρχουν σημαντικά και ασήμαντα αιτήματα για βοήθεια. Υπάρχουν απλώς αιτήματα και άνθρωποι που χρειάζονται υποστήριξη.
Επίσης, κρίνω απαραίτητο να αναφέρω, πως πάντα θα υπάρχουν χειρότερα αλλά και ελαφρύτερα ζητήματα από τα δικά μας. Η πεποίθηση ότι, δεν αναζητώ υποστήριξη γιατί υπάρχουν χειρότερα, δεν βοηθάει πουθενά, παρά μόνο ίσως στην «προσωρινή ανακούφιση» ή «ξεγέλασμα» του εαυτού. Ακόμη, το να αποφασίσεις να ζητήσεις βοήθεια εσύ, που όπως ισχυρίζεσαι, δεν έχεις συγκριτικά με άλλους τόσο σοβαρό πρόβλημα, δεν σημαίνει πως δεν την χρειάζεσαι και ούτε σημαίνει πως θα πάρεις την θέση κάποιου άλλου. Υπάρχει αρκετός χώρος για όλους τους ανθρώπους που θέλουν υποστήριξη και μην ανησυχείς, δεν τους παίρνεις την θέση!
Τέλος, θα σου πρότεινα να αναρωτηθείς, αν αυτές οι σκέψεις που σε κρατάνε πίσω, και δεν σε αφήνουν να ανακουφιστείς, μέσω της εμπλοκής σου σε μια ψυχοθεραπευτική σχέση, αξίζουν τελικά, και έχουν ουσιαστική σημασία. Αξίζει να μην δίνεις το καλύτερο δώρο στον εαυτό σου, από την στιγμή που το έχεις ανάγκη, εξαιτίας μόνο μιας σκέψης; Αν άλλωστε μια φίλη σου ήταν στην θέση σου, και είχε τις ίδιες σκέψεις, τί θα της έλεγες; Θα την απέτρεπες, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που βιώνουν ίσως χειρότερα προβλήματα; Ή μήπως θα την συμβούλευες, να ακούσει τον εαυτό της, να αφουγκραστεί τις ανάγκες της και να κάνει αυτό που θεωρεί ότι χρειάζεται, προκειμένου να μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα την ζωή της;
Η απόφαση να αναζητήσουμε βοήθεια από έναν ειδικό ψυχικής υγείας, είναι κάτι προσωπικό και αφορά εμάς και τον εαυτό μας. Δεν χρειάζεται και ούτε πρέπει, να λαμβάνουμε υπόψιν τους άλλους ανθρώπους και τα πιθανά προβλήματά τους, στην δική μας απόφαση για κάτι τόσο προσωπικό, όπως η ψυχοθεραπεία μας. Αποφασίζουμε και δρούμε για εμάς. Αντίστοιχα, το τί θα κάνουν οι άλλοι άνθρωποι, αποτελεί δική τους ευθύνη και απόφαση.