Πώς θα καταλάβω ότι έχω επιλέξει τον σωστό ψυχοθεραπευτή;
Photo by Marcel Strauß on unsplash.com

Πώς θα καταλάβω ότι έχω επιλέξει τον σωστό ψυχοθεραπευτή;

Στη σύγχρονη Ελλάδα παρατηρείται η συστηματική και η μαζική απόφαση ολοένα και περισσότερων ανθρώπων να αναζητήσουν τη βοήθεια ενός ειδικού ψυχικής υγείας, προκειμένου να επιλύσουν ποικίλα προβλήματα που εμποδίζουν την ομαλή λειτουργία της καθημερινότητάς τους.

Φυσικά, υπάρχουν και άτομα που έχουν ως κίνητρο την αυτοβελτίωση και την αυτογνωσία, την επιθυμία να διεισδύσουν στον εσωτερικό τους κόσμο και να τον μάθουν καλύτερα. Οποιοδήποτε και αν είναι το κίνητρο που σας οδηγεί στο γραφείο του ψυχολόγου, χρειάζεται να προσέξετε συγκεκριμένους παράγοντες, ώστε αφενός να προστατεύετε τον εαυτό σας από επιτήδειους και αφετέρου να αποκομίσετε τα μέγιστα οφέλη από τη θεραπευτική σχέση.

Αν και έχει ψηφιστεί νόμος, σύμφωνα με τον οποίο προβλέπεται ρητά η άσκηση του επαγγέλματος αποκλειστικά από αποφοίτους Ψυχολογίας αναγνωρισμένων πανεπιστημίων (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Πάντειο Πανεπιστήμιο, ΕΚΠΑ, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας) ή αναγνωρισμένων από τον ΔΟΑΤΑΠ πτυχίων του εξωτερικού, φαίνεται πως πλέον -χωρίς κανέναν έλεγχο- διατηρούν ιδιωτικά γραφεία life coaches αυτο-προσδιοριζόμενοι ως Ψυχολόγοι. Η πρώτη νομοθετική ρύθμιση για το επάγγελμα τ@ Ψυχολόγου εκδόθηκε με τον Νόμο 991/1979/ΦΕΚ 278/Ζ. Α’/20-12-1979 «για την άσκηση του επαγγέλματος του Ψυχολόγου στην Ελλάδα», όπου ορίστηκε η άσκηση του επαγγέλματος του Ψυχολόγου μόνο από τους/τις κατόχους άδειας ασκήσεως επαγγέλματος, καθώς και η απαγόρευση της χρήσης της ιδιότητας του Ψυχολόγου χωρίς τη νόμιμη άδεια.

Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Νόμου 991/1979: «H άσκηση του επαγγέλματος του Ψυχολόγου επιτρέπεται μόνο στον κάτοχο της ειδικής αδείας για αυτό, που χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του νόμου. Ο Ψυχολόγος στην άσκηση του επαγγέλματός του ερευνά και αξιολογεί την προσωπικότητα και την συμπεριφορά του ανθρώπου και εργάζεται με τις καθιερωμένες αρχές και μεθόδους της Επιστήμης της Ψυχολογίας για την αξιοποίηση και βελτίωσή τους».

Ως απόρροια της αντιποίησης του επαγγέλματος, ή ακόμη και η μη ορθή πρακτική του από τους ειδικούς ψυχικής υγείας, προκύπτει το συχνό φαινόμενο οι θεραπευόμεν@ να αποπροσανατολίζονται, να κατηγορούν τον εαυτό τους όταν οι συνεδρίες δεν είναι όσο εποικοδομητικές τις φαντάστηκαν και βιώνουν έντονες ενοχές, όταν αμφιβάλλουν για τις γνώσεις του θεραπευτή τους. Αρχικά, οι θεραπευτές οφείλουν να έχουν σε εμφανές σημείο στο γραφείο τους την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και αν αυτή δεν είναι φανερή, τότε κάθε θεραπευόμενος έχει το δικαίωμα να ζητήσει από τον θεραπευτή να την επιδείξει. Σε περίπτωση που ο θεραπευτής αρνηθεί, ο θεραπευόμενος έχει τη δυνατότητα να κινηθεί νομικά.

Επιπλέον, οι ψυχολόγοι-ψυχοθεραπευτές πέρα από τα απαραίτητα πτυχία, την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και την πιστοποίηση της ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης, την οποία χρησιμοποιούν ως εργαλείο στις συνεδρίες τους, είναι σημαντικό να έχουν κάνει την προσωπική τους ψυχοθεραπεία. Αυτό συμβαίνει με τη λογική του ότι δεν μπορεί να βοηθήσει ένας ειδικός ψυχικής υγείας ουσιαστικά ένα άτομο που το έχει ανάγκη, αν ο ίδιος δεν έχει υποβάλλει τον εαυτό του στη διαδικασία προσωπικής αναζήτησης, ενδοσκόπησης και επίλυσης προσωπικών συγκρούσεων. Ακόμα και τότε, είναι σημαντικό να λάβουμε υπόψη τα εξής:

Ένας ψυχοθεραπευτής ο οποίος ασκεί το επάγγελμα τηρώντας τον κώδικα δεοντολογίας, δεν πρέπει να εκφράζει την άποψή του και να κατευθύνει τη βούληση του θεραπευόμενου. Είναι λογικό, στις πρώτες συνεδρίες το άτομο να επιζητά την επιβεβαίωση και τη συμβουλή του ψυχοθεραπευτή. Επίσης, υπάρχει η διάχυτη και λανθασμένη πεποίθηση, πως ο θεραπευτής παρέχει μαγικές λύσεις στα προβλήματα. Ωστόσο, δεν πρέπει να δίνει συμβουλές, αλλά να αναζητά λύσεις από κοινού με τον θεραπευόμενο. Στα καθήκοντα του θεραπευτή δεν εντάσσεται να δίνει λύσεις, οι οποίες δεν έχουν προκύψει από εσάς μέσω συζήτησης, να εκφέρει τη γνώμη του και να κατευθύνει τη συμπεριφορά σας. Πέρα από αντιδεοντολογική, αυτή η πράξη μπορεί να χαρακτηριστεί ως επικίνδυνη, καθώς ο θεραπευόμενος μπορεί να βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να δρα με τρόπους που δεν επιθυμεί ο ίδιος ή να υιοθετεί τις απόψεις του ψυχοθεραπευτή θεωρώντας τον αυθεντία.

Ένας επαγγελματίας ψυχοθεραπευτής, οφείλει να είναι εχέμυθος, διακριτικός, εγκάρδιος, να τηρεί το απόρρητο, να γνωρίζει πότε αυτό είναι απαραίτητο να αρθεί και να διακατέχεται από σεβασμό, κατανόηση και ενσυναίσθηση. Ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα να μπαίνει κανείς στη θέση του άλλου, να προσπαθεί να νιώσει τα συναισθήματα του ακούγοντας την παραστατική περιγραφή μίας κατάστασης. Χωρίς την ενσυναίσθηση, η θεραπευτική συνεδρία ίσως φαντάζει απρόσωπη και ο θεραπευτής μπορεί να χαρακτηριστεί αμέτοχος.

Ένας επαγγελματίας ψυχοθεραπευτής, δεν προβαίνει σε προσωπική επίθεση απέναντι στον θεραπευόμενό του. Αντιθέτως, χρειάζεται να είναι υποστηρικτικός και να τον αποδέχεται χωρίς όρια ή προϋποθέσεις, ώστε να χτίσει μία υγιή θεραπευτική σχέση. Αν νιώσετε πως ο θεραπευτής σας σάς προσβάλλει με οποιονδήποτε τρόπο, σας ειρωνεύεται, κάνει επίθεση στο ήθος σας ή κατακρίνει τις επιλογές σας, τότε σίγουρα δεν χρειάζεται να ανεχτείτε αυτές τις συμπεριφορές. Δεν αποτελούν μέρος της θεραπευτικής διαδικασίας, ούτε την προάγουν και, κυρίως, δεν ευθύνεστε εσείς για αυτές.

Ο ψυχοθεραπευτής οφείλει να είναι ευγενικός, αλλά δεν είναι φίλος σας. Η συχνότητα των συνεδριών, το μοίρασμα προσωπικών βιωμάτων και η ίδια θεραπευτική σχέση, ειδικά αν εξελίσσεται όμορφα, είναι πιθανό να δημιουργήσουν συναισθήματα στο θεραπευόμενο. Αποτελεί καθήκον του επαγγελματία θεραπευτή να τηρεί τα όρια, να μη δέχεται προσκλήσεις σε εξόδους και να διατηρεί τη σχέση σε επαγγελματικά πλαίσια.

Φυσικά, πέρα από τα αντικειμενικά προσόντα και την τήρηση του κώδικα δεοντολογίας, σημαντικό ρόλο παίζει η προσωπικότητα του κάθε ψυχοθεραπευτή. Αυτό σημαίνει πως, με κάποιον ψυχοθεραπευτή ίσως ταιριάζετε λιγότερο ή δεν νιώθετε πως ανταποκρίνεται στις ανάγκες σας με τον τρόπο που θα επιθυμούσατε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ευθύνεται κάποιος από τους δύο.

Το επάγγελμα του ψυχολόγου χρειάζεται να ασκείται με σύνεση, απόλυτο σεβασμό, ευσυνειδησία και γνώμονα την αντιμετώπιση του ψυχικού πόνου. Σε μία εποχή που ο ψυχολόγος έπαψε να αποτελεί ταμπού, χρειάζεται κανείς να γνωρίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του απέναντι σε έναν ειδικό, ώστε να μη νιώθει ότι αδικείται και ότι δεν επωφελείται, ενώ αφιερώνει χρόνο, ενέργεια και χρήματα.

  • Σημείωση : Το @ στο τέλος των λέξεων χρησιμοποιείται προκειμένου να αποφευχθεί η αναφορά σε ένα μόνο φύλο.

Βιβλιογραφία

Spalter, D. (2013). How clients choose their psychotherapist: Influences on selecting and staying with a therapist (2013). Middlesex University Research Repository. Middlesex University London.

Αρχισυνταξία: Ζωγραφιά Πουγάτσια

Επιμέλεια άρθρου: Τυρλή Αικατερίνη

ΚοινοποίησηFacebookLinkedIn
Συμμετοχή στη συζήτηση

Archives

Categories

WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com