ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Πόσες γενιές ατόμων άραγε μεγάλωσαν ακούγοντας φράσεις όπως «Άμα δε ρίξεις ξύλο, δεν μαθαίνει» ή «Εάν το ξανακάνεις αυτό θα σε κάνω μαύρο στο ξύλο.», κυρίως στο οικογενειακό πλαίσιο; Ο όρος οικογένεια είναι ιδιαίτερα σημαντικός σε παγκόσμιο επίπεδο. Οικογένεια, θεωρητικά μιλώντας, είναι μια κοινωνική ομάδα η οποία συνδέεται με συγγενικούς δεσμούς, οι οποίοι περιλαμβάνουν δικαιώματα και υποχρεώσεις μεταξύ των μελών. Σκοπός της ομάδας αυτής είναι η παροχή στέγης, τροφής, αγάπης, φροντίδας, ασφάλειας και εμπιστοσύνης. Ο όρος βία αποτυπώνει ένα «μικρόβιο» με διάφορες μορφές. Η πιο διακριτή της είναι η σωματική και η σεξουαλική. Μολαύτα, η ψυχολογική και κοινωνική βία είναι τελικά αυτές οι καταλυτικές κατηγορίες βίας, που διαμορφώνουν, ίσως και για πάντα, την ψυχική και κοινωνική ταυτότητα αντίστοιχα, κάποιου ατόμου.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Στην ελληνική κοινωνία, ο όρος οικογένεια καθίσταται ακόμα πιο σημαντικός, αφού αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της δομής της. Το κυρίαρχο σχήμα της είναι η λεγόμενη πυρηνική οικογένεια που αποτελείται από ένα παντρεμένο ετεροφυλόφιλο ζευγάρι και τα παιδιά τους. Στην ελληνική κοινωνία, ούσα πατριαρχική, και εφόσον έχει τόσο δυνατούς δεσμούς, παρατηρείται και πιο συχνά το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας. Ένα φαινόμενο συχνό, γνωστό και ταυτόχρονα, τόσο μα τόσο σιωπηλό. Σιωπηλό διότι στους πυλώνες της ελληνικής κοινωνίας περιλαμβάνει την κυρίαρχη φράση του «Τι θα πει ο κόσμος;». Σιωπηλό λόγω του φόβου και της ανοχής. Το συγκεκριμένο φαινόμενο λοιπόν είναι ένδειξη δυσλειτουργίας του κοινωνικού αυτού συνόλου.
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΒΙΑΣ
Συνήθως, τέτοια φαινόμενα δεν εμφανίζονται από την αρχή όμως στην πορεία κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Σε ένα γάμο, και όντας στην πατριαρχική κοινωνία, πιο πιθανό είναι ο άντρας-πατέρας της οικογένειας, να ξεκινήσει έναν τέτοιο φαύλο κύκλο. Φαύλος κύκλος διότι ξεκινάει με τεταμένη ατμόσφαιρα. Η συνεχής τεταμένη ατμόσφαιρα πυροδοτεί ένα περιστατικό βίας, λεκτικής, συναισθηματικής, και πολλές φορές και σωματικής. Στο συγκεκριμένο σημείο, «ξυπνούν» ταυτόχρονα, τα πιο ζωώδη ένστικτα, και του θύτη και του θύματος. Έπειτα από το περιστατικό έρχεται η φάση της συμφιλίωσης όπου, με συγγνώμη του θύτη και συγχώρεση από το θύμα, όλα επανέρχονται για λίγο καιρό στα φυσιολογικά πλαίσια, ίσως και σε καλύτερη κατάσταση και το περιστατικό ξεχνιέται. Δεν αργεί όμως η στιγμή που το σκηνικό επαναλαμβάνεται. Κι όσο τηρείται η επαναληψιμότητα, τόσο όλα τα μέλη της οικογένειας συνηθίζουν την κατάσταση, η οποία ολοένα και επιδεινώνεται και μάλιστα πολλές φορές, εξαπλώνεται και στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας (πχ. Γονείς στα παιδιά τους). Τα παιδιά έχουν τους γονείς ως πρότυπα. Συνεπώς τέτοιες συμπεριφορές που ίσως παρατηρούν, είναι αρκετά πιθανό να τις αναπαράγουν μεγαλώνοντας. Η κυριότερη όμως «ζημιά» που συμβαίνει είναι πως τέτοια γεγονότα χαράσσονται τελικά μέσα τους και οδηγούν στην έξαρση ψυχοκοινωνικών συμπτωμάτων, που ανά τα χρόνια μάλιστα αυξάνονται.
ΠΟΥ ΚΑΙ ΣΕ ΠΟΙΟΥΣ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ
Η κακοποίηση εντός του οικογενειακού πλαισίου είναι το «μικρόβιο», όπως είπαμε, που εξαπλώνεται σε όλο το φάσμα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Δεν κοιτάει το εισόδημα και δεν κάνει κοινωνικές διακρίσεις. Τα άτομα βέβαια που βρίσκονται σε ανώτερα κοινωνικά στρώματα απολαμβάνουν του προνομίου της συγκάλυψης τέτοιων συμβάντων ακριβώς λόγω της οικονομικής τους επιφάνειας. Τα αίτια που οδηγούν στη συμπεριφορά του δράστη είναι κατά βάση κοινωνικά, αλλά μπορούν να είναι και γενετικά – βιολογικά.
Στατιστικά μιλώντας, μετά την έναρξη της ελληνικής οικονομικής κρίσης, τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας αυξήθηκαν κατά 34.5%. Μια στις τέσσερις γυναίκες έχουν υποστεί έστω ένα ενδοοικογενειακό περιστατικό βίας στη ζωή τους. 50% των γυναικών δολοφονούνται στην Ελλάδα από τους συντρόφους τους ενώ με την έξαρση των δολοφονιών γυναικών το 2021, σε μια μόλις μέρα καταγράφηκαν στην Ελληνική Αστυνομία 740 κλήσεις για καταγγελία περιστατικών. Η συγκεκριμένη βία ωστόσο δεν έχει φύλο. Στους άνδρες, το 35% έχει δηλώσει πως έχει δεχτεί περιστατικό βίας από γονέα, μέσα σε πλαίσιο «σκληραγώγησης και εκπαίδευσής του» ενώ ένας στους επτά καταγγέλουν σωματική βία από τη σύζυγό τους. Στην πλειονότητά τους ωστόσο, τα περιστατικά βίας εντός του συγκεκριμένου πλαισίου αφορούν γυναίκες και έπειτα παιδιά. Ο συνεχής φόβος και η επαγρύπνιση για το πότε θα ξυπνήσει το «τέρας» ωστόσο είναι ένα συναίσθημα που κυριαρχεί στο 100% σε τέτοιες καταστάσεις
ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ
Οι διάφορες ψυχολογικές προσεγγίσεις είναι πλέον σε θέση να εξηγήσουν τόσο το «γιατί» όσο και τα σημάδια που αφήνουν πάνω στα θύματα οι πράξεις ενδοοικογενειακής βίας. Κάποιες από τις επιπτώσεις μπορεί να είναι η απομόνωση των ατόμων, δυσκολία στη σύναψη κοινωνικών κι ερωτικών δεσμών, αλλά και ακόμα σοβαρότερα προβλήματα όπως η χαμηλή αυτοπεποίθηση και εικόνα εαυτόυ, το σύνδρομο της Στοκχόλμης (κυρίως σε παιδιά) και η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες.
Στη σύγχρονη πραγματικότητα, είναι πολλά που μπορούν να γίνουν ώστε να αποφευχθούν τέτοιες συμπεριφορές όπως η σωστή διαπαιδαγώγηση και επιμόρφωση παιδιών και γονέων. Αλλά και όταν πλέον είναι επιτακτική η ανάγκη διακοπής τέτοιων συμπεριφορών, είναι αναγκαίο τα θύματα να μιλήσουν ώστε να βοηθηθούν από τους μηχανισμούς στήριξης. Στην ελληνική κοινωνία βέβαια, λόγω αυτού του ισχυρού οικογενειακού δεσμού και αξιών όπως της σιωπής, καθίσταται ακόμα πιο δύσκολο κάτι τέτοιο. Ευτυχώς, σύμμαχος καθίσταται η Συμβουλευτική ή η Ψυχοθεραπεία από έναν έμπειρο επαγγελματία, όπου μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά το θύμα να ξεπεράσει αυτές τις επιπτώσεις και απελευθερωμένο από ενοχές να βρει ισορροπία στη ζωή του, να απαλύνει τον πόνο και να διώξει το φόβο.
«ΌΤΑΝ ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΚΟΠΟΙΕΙΤΑΙ, ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΕΝΑΣ ΑΝΗΛΙΚΟΣ ΠΑΡΑΒΑΤΗΣ. ΟΤΑΝ ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΚΑΚΟΠΟΙΕΙΤΑΙ, ΠΕΘΑΙΝΕΙ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ»
Ξένη Δημητρίου, Εισαγγελλέας Αρείου Πάγου
Πηγές:
Ζαϊμάκης, Γ., Κανδυλάκη, Α., (2005) Δίκτυα κοινωνικής προστασίας. Μορφές παρέμβασης σε ευπαθείς ομάδες και σε πολυπολιτισμικές κοινότητες, εκδόσεις Κριτική, Αθήνα.
Σουλή, Σ. Ι. (2010). Αθέατη βία. Η αγάπη δεν πρέπει να πονάει. Οδηγός αυτοβοήθειας για κάθε γυναίκα. Αθήνα: εκδσόσεις Ψυχογιός.
Συγγραφέας: Σουκισιάν Χοβσέπ (BSc, Ψυχολογίας, Σχολή Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Κρήτης).