Στη σημερινή κοινωνία όλα εξελίσσονται ραγδαία. Το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι όλα εξελίσσονται προς μια θετική κατεύθυνση. Ο φόβος και η ανασφάλεια εγκυμονούν αρκετούς κινδύνους αλλά δυστυχώς χαρακτηρίζουν τα συναισθήματα των ανθρώπων στη σύγχρονη εποχή. Η οικειότητα φαίνεται να εκλείπει στις μέρες μας.
Έχοντας μεγαλώσει σε ένα κόσμο με αρκετά στερεότυπα όπως «οι άνδρες δεν κλαίνε» και «οι γυναίκες είναι πιο συναισθηματικές», αρχίζει σχεδόν να βγάζει νόημα το παράλογο του πράγματος (Pratto & Pipitan, 2008). Όλο και περισσότεροι ενήλικοι επιλέγουν να συνάπτουν επιφανειακές και εφήμερες σχέσεις που έχουν ημερομηνία λήξης. Η ημερομηνία αυτή τυχαίνει να συμπίπτει με το διάστημα λίγο πριν δεθούν και πριν εκδηλωθούν. Και αν όλα αυτά φαίνονται υποθέσεις, ας θυμηθούμε πόσο λίγες είναι οι φορές που σταματήσαμε στο δρόμο αγκαλιστήκαμε και είπαμε «σε αγαπώ» σε κοινή θέα ή ακόμα και την φορά που κλάψαμε μπροστά σε κάποιον χωρίς ίχνος ενοχής και χωρίς να αισθανθούμε αδύναμοι. Έπειτα, καθησυχάζω τον εαυτό μου και λέω: όταν μιλάμε για συναισθήματα, λέξεις όπως η αδυναμία περιττεύουν και μοιάζουν τόσο φτωχές.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Ας το δούμε ολιστικά το ζήτημα. Σε πρώτη ανάλυση ας δούμε τι συμβαίνει στο σώμα μας. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ένα από τα πολυτιμότερα εργαλεία που κατέχουμε. Η αμυγδαλή άξια θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά μέρη του. Η αμυγδαλή λοιπόν είναι ένα κομμάτι νευρώνων και αναλαμβάνει το ρόλο των λειτουργιών που γίνονται με το ένστικτο. Επιπρόσθετα, φαίνεται να σχετίζεται και με το συναισθηματικό κομμάτι και κυρίως με το αίσθημα φόβου (Duvanci & Pare, 2014). Εν συνεχεία, συνδέεται με την μνήμη και τη λήψη αποφάσεων.
Συμπερασματικά, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι αποτελεί «σήμα κινδύνου» με σκοπό την αφύπνιση του ατόμου όταν υπάρχει «κίνδυνος». Όταν νιώθουμε πληγωμένοι, η ενεργοποίηση της αμυγδαλής είναι αυτόματη. Ας λάβουμε υπόψη ότι το μεγαλύτερο μέρος του φόβου πηγάζει από προηγούμενες εμπειρίες και βιώματα μας. Άρα, διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι έχει άμεση σχέση με το αν έχουμε πληγωθεί από προηγούμενες σχέσεις μας. Είτε διαπροσωπικές είτε γονεϊκές. Αν τα αισθήματα ασφάλειας και εμπιστοσύνης κλονίστηκαν σε μικρή ηλικία ενδέχεται η ανασφάλεια να συντροφεύει ένα άτομο και στην ενήλικη ζωή του.
Και τώρα τι κάνουμε;
Όλοι οι άνθρωποι κάποια στιγμή στη ζωή μας έχουμε πληγωθεί. Αυτό που διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο είναι πρώτον η ισχύς του «χτυπήματος» που δεχθήκαμε και δεύτερον το πώς το αντιμετωπίσαμε. Παίζει συνεπώς καθοριστικό ρόλο, αν υπερασπιστήκαμε τον εαυτό μας ή αν λάβαμε ρόλο θύματος εσωτερικεύοντας τα συναισθήματα μας. Η παραδοχή αυτή δεν πρέπει να είναι συνυφασμένη με την αυτόματη αλλαγή της συμπεριφοράς μας αλλά ούτε να μας οδηγεί στην ολέθρια γενίκευση : «όλοι θα με πληγώσουν».
Το πρώτο στάδιο για την επίλυση της πλειοψηφίας των προβλημάτων είναι η παραδοχή ότι όντως υπάρχει πρόβλημα. Ο ρεαλιστικός αυτοστοχασμός αυξάνει τις πιθανότητες να οδηγηθούμε ακόμα και στην αποδοχή-επίλυση. Ερωτήσεις όπως: α) τι ακριβώς φοβάμαι, β) τι συνέβη και με έχει κάνει να αισθάνομαι έτσι, γ) τί ομοιότητες έχουν οι δυο αυτές σχέσεις (η προηγούμενη που με πλήγωσε και αυτή που «ζω» τώρα). Στο σημείο αυτό αξίζει να γίνει μια μικρή αλλά σημαντική διευκρίνιση. Επί της ουσίας δεν την «ζω». Το ρήμα ζω κρύβει μέσα του μια ενεργητική χροιά. Ενώ ο φόβος και ύστερα η αποφυγή μιας κατάστασης συνδέεται με την παράλυση, συνεπώς αποτελεί παθητική στάση.
Αρκετές φορές θεωρούμε αδυναμία να ανοιγόμαστε και να μιλάμε για τους φόβους και τις ανασφάλειες μας. Σε μια κοινωνία που το τέλειο αποτελεί μια βασανιστική επιβολή το να έχεις αδυναμία σε κάνει απλά ΆΝΘΡΩΠΟ. Η αίσθηση είναι λυτρωτική, όμως όταν συνειδητοποιούμε ότι το τέλειο είναι υποκειμενικό. Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να είμαστε εμείς. Ο εαυτός μας!
Αυτή η υπερπροστασία των αρνητικών συναισθημάτων βλάπτει ανεπανόρθωτα τόσο εμάς όσο και τις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Ας ξεκινήσουμε να μιλάμε σε οικεία μας πρόσωπα για αρχή, που είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα μας κρίνουν. Η πρώτη φορά που θα μιλήσουμε για τις ανασφάλειες μας είναι το «βάπτισμα του πυρός» για την αποδοχή των αρνητικών μας σκέψεων. Ας μην σκεφτούμε μόνο τι θα κερδίσουμε αν απομακρυνθούμε από ένα άτομο για να μην πληγωθούμε αλλά τί χάνουμε.
Στερούμε στον εαυτό μας την δυνατότητα να δεθεί μειώνοντας ελάχιστα την πιθανότητα να το επιτύχουμε όντως πρακτικά αυτό αλλά αυξάνουμε την πιθανότητα να μην ζούμε τα θετικά συναισθήματα. Είναι σαν να σταματάμε να ζούμε με το ενδεχόμενο (γιατί πάντα για ενδεχόμενα μιλάμε στο ζήτημα αυτό) να μην πονέσουμε.
Στη ζωή με ρίσκο πρέπει να πορευόμαστε για να προχωράμε μπροστά. Δεν μας υπόσχεται κανείς ότι δεν θα πληγωθούμε ή δεν θα πονέσουμε. Θα έχουμε όμως την εμπειρία και τη γνώση στις αποσκευές μας για να το αντιμετωπίσουμε!
Βιβλιογραφία:
Duvarci S, Pare D (2014). Amygdala microcircuits controlling learned fear. Neuron 82:966 –980. CrossRef Medline.
Pratto, F., & Pitpitan, E. (2008). Ethnocentrism and sexism: How stereotypes legitimize six types of power. Social and Personality Psychology Compass, 2, 2159-2176.