Κωδικός Μετακίνησης 5
Κωδικός Μετακίνησης 5

Κωδικός Μετακίνησης 5


Όλο αυτό το διάστημα, οι κωδικοί μετακίνησης έχουν μπει στην καθημερινότητά μας. Παρόλα αυτά, ο συγκεκριμένος κωδικός είναι από εκείνους που εύχεσαι να μην χρησιμοποιήσεις ποτέ. Δυστυχώς όμως, έπρεπε να στείλω SMS με τον κωδικό 5, για τον πιο δυσάρεστο λόγο: την απώλεια ενός αγαπημένου μου προσώπου.

Ο τρόπος που αντιμετωπίζει ο κάθε άνθρωπος το θάνατο είναι τόσο διαφορετικός όσο και ο χαρακτήρας του. Άλλοι παγώνουν, άλλοι σοκάρονται, άλλοι θυμώνουν, άλλοι καταρρέουν, άλλοι προσπαθούν να το εκλογικεύσουν, άλλοι το αρνούνται κ.ο.κ. Για όλους όμως ο θάνατος δεν αποτελεί μέρος της καθημερινότητάς μας. Κανείς δε σκέφτεται πως: «Σήμερα μπορεί και να είναι η τελευταία μου μέρα». Ακόμη και τη σημερινή εποχή και ιδιαίτερα την εποχή της πανδημίας, όπου ο θάνατος κυριαρχεί στις ειδήσεις, στις αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στις συζητήσεις μεταξύ των ανθρώπων.

Όλοι μας γνωρίζουμε τον θάνατο, αλλά περισσότερο ως μια αφηρημένη έννοια. Η φράση: «Οι νεκροί ανήλθαν σε…» δεν είναι τίποτα άλλο παρά νούμερα σε μία οθόνη. Ο θάνατος στον κινηματογράφο, ακόμα και αν μας συγκινήσει, δε θα μας συνταράξει, καθώς γνωρίζουμε ότι είναι ψεύτικος. Αυτή η αίσθηση χτίζεται από μικρή ηλικία. Είτε με το θάνατο του παππού ή της γιαγιάς, είτε με το θάνατο ενός κατοικίδιου, ερχόμαστε σε μια πρώτη επαφή με την απώλεια. Ο πιο συνήθης τρόπος αντιμετώπισης είναι οι γονείς να πουν στο παιδί πως αυτός είναι ο κύκλος της ζωής. Γεννιόμαστε, μεγαλώνουμε και μετά από πολλά χρόνια φεύγουμε από τη ζωή, συνήθως για ένα όμορφο μέρος, απ’ όπου συναντάμε ξανά όλους τους αγαπημένους μας.

Με αυτόν τον τρόπο, κάνουμε τον θάνατο να φαντάζει σαν κάτι μακρινό, κάτι που θα συμβεί μετά από πάρα πολύ καιρό. Όταν όμως ένα παιδί χάνει τον γονιό του πως μπορούμε να το δικαιολογήσουμε; Όταν ένα παιδί παλεύει με μια πολύ σοβαρή ασθένεια, μπορούμε να του πούμε πως ο θάνατος είναι ένα πράγμα πολύ μακρινό; Είναι το ψέμα η λύση;

Ο πρώτος άνθρωπος στον οποίο λέμε ψέματα είναι πάντα ο εαυτός μας. Και αυτό είναι μια άμυνα του εγκεφάλου μας. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι μια μηχανή επιβίωσης που δεν μπορεί να αντιληφθεί την ιδέα του θανάτου. Το μόνο που γνωρίζει είναι η ζωή. Οτιδήποτε διαφορετικό, ο εγκέφαλος δεν το κατανοεί, το φοβάται και το απορρίπτει. Ακόμη και τώρα, τη στιγμή που διαβάζεις αυτές τις γραμμές, νιώθεις μια ενόχληση, αισθάνεσαι κάπως άβολα, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο λόγο. Γι αυτό λοιπόν κάθε φορά που ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον θάνατο, προσπαθούμε με κάθε τρόπο να τον αποφύγουμε. Προτιμάμε να μη μιλάμε για ότι συνέβη, αρνούμαστε να το συνειδητοποιήσουμε και φοβόμαστε να εκφράσουμε τα συναισθήματά που μας κατακλύζουν.

Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να συσσωρεύουμε μέσα μας πολλά αρνητικά συναισθήματα, όπως φόβος, αγωνία, στρες, άγχος. Η συσσώρευση τέτοιων συναισθημάτων για μεγάλο χρονικό διάστημα έχει πολύ δυσάρεστες συνέπειες για το άτομο και την ψυχοσύνθεσή του. Ο Yalom υποστήριξε πως ο φόβος του θανάτου μας εμποδίζει απ’ το να ζήσουμε μια γεμάτη ζωή, καθώς ξοδεύουμε πολύ ενέργεια ανησυχώντας για το αναπόφευκτο. Ο φόβος του θανάτου μας εμποδίζει απ’ το να δοκιμάσουμε κάτι νέο, κάτι ριψοκίνδυνο. Να εξερευνήσουμε κάτι άγνωστο, κάτι που δεν έχουμε ξανασυναντήσει.

Γι αυτό λοιπόν είναι πολύ σημαντικό να αποδεχθούμε τη θνητότητά μας και να συμφιλιωθούμε με την ιδέα του θανάτου. Το λάθος στο οποίο πολλές φορές υποπίπτουμε είναι να μας κυριέψει μια ματαιότητα. Ένα αίσθημα πως αφού κάποια στιγμή θα φύγουμε από αυτόν τον κόσμο, τότε τι νόημα έχει να προσπαθούμε για το οτιδήποτε. Είναι φυσιολογικό να φτάσουμε σε ένα τέτοιο συλλογισμό, όμως δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια πλάνη. Ο θάνατος είναι αυτός που δίνει αξία στη ζωή. Ζούμε στιγμές, αποκτάμε εμπειρίες, κάνουμε λάθη, στο σήμερα, γιατί ξέρουμε πως το αύριο μπορεί και να μην έρθει. Και αυτό με κάνει να θέλω να σηκωθώ το πρωί απ’ το κρεβάτι μου. Όχι επειδή είμαι αναγκασμένος, αλλά επειδή είναι επιλογή μου. Μπορεί να μην ξέρω τι θα συμβεί μετά το θάνατό μου, ξέρω όμως πολύ καλά τι θα συμβεί πριν από αυτόν: Θα ζήσω!

Και αν έχεις χάσει κάποιο αγαπημένο σου πρόσωπο ή έχεις ζήσει μια εμπειρία που σε έφερε κοντά στο θάνατο, εύκολα θα θυμάσαι πως εκείνες τις στιγμές κάνεις τον απολογισμό της ζωής σου. «Αξίζει πραγματικά να αγχώνομαι για εκείνο το συμβάν στη δουλειά; Έχει τόση σημασία;», «Είμαι πραγματικά θυμωμένος με τον πατέρα μου/τη φίλη μου/τον σύντροφό μου; Μήπως είναι απλώς ένα πείσμα;», «Είμαι πραγματικά δυστυχισμένος που δεν έχω πολλά λεφτά; Είναι αυτό που τελικά έχει σημασία;». Ο θάνατος μας υπενθυμίζει τι πραγματικά αξίζει στη ζωή. Η αγάπη, η φιλία, η συντροφικότητα, οι άνθρωποι που έχουμε γύρω μας, η υγεία μας, η ευτυχία μας. Αυτά είναι που δίνουν νόημα στη ζωή και είναι εκείνα που την κάνουν πιο υποφερτή.

Μπορεί οι άνθρωποι που έφυγαν να μην πρόλαβαν να ζήσουν όλα εκείνα που ήθελαν. Μας υπενθύμισαν όμως πως εμείς μπορούμε ακόμη να το κάνουμε. Και η προσωπική μου άποψη είναι πως τους το οφείλουμε. Τους οφείλουμε να ζήσουμε τη ζωή μας στο έπακρο. Να παλέψουμε για τα όνειρά μας, να αγαπήσουμε, να χαρούμε, να αισθανθούμε. Και έχοντας τους αγαπημένους μας ανθρώπους στο μυαλό και στην καρδιά μας, ίσως μέσα από εμάς, το καταφέρουν και εκείνοι. Για εμένα, είναι η πιο παρήγορη σκέψη που μπορώ να κάνω.

Paul T. P. Wong & Adrian Tomer (2011) Beyond Terror and Denial: The Positive Psychology of Death Acceptance, Death Studies, 35:2, 99-106

ΚοινοποίησηFacebookLinkedIn
Συμμετοχή στη συζήτηση

Archives

Categories

WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com