Η παρακάτω μελέτη περίπτωσης αποτελεί μια περίληψη των αυτοβιογραφικών σημειώσεων, τις οποίες έγραψε η Ελίζαμπεθ κατά τη διάρκεια της εφηβείας της.
Ανακτήθηκε και μεταφράστηκε από το πανεπιστημιακό σύγγραμμα:
Dumas J. E (2016). La schizophrenie infantile. Psychopathologie de l’enfant et de l’adolescent (163 – 216). 4e edition. De Boeck Superieur s.a.
«Έχω σχιζοφρένεια ή καλύτερα παιδική σχιζοφρένεια. Είναι μια σπάνια διαταραχή κυρίως στα κορίτσια.»
«Τα προβλήματά μου άρχισαν με το που ξεκίνησα το σχολείο. Θυμάμαι προσπαθούσα να κρυφτώ είτε στο προαύλιο είτε κάτω από τα θρανία για να μην διαβάσω. Στην πρώτη δημοτικού ήμουν στην προχωρημένη ομάδα ανάγνωσης ακόμα κι αν η μαμά και η γιαγιά μου έπρεπε να έρχονταν κάθε μέρα για να με κάνουν να διαβάσω. Στο τέλος της τρίτης, ήμουν στην πιο αδύναμη ομάδα ανάγνωσης. […] Τον Οκτώβριο [το παιδί πλέον βρίσκεται στη Τετάρτη δημοτικού], ξαφνικά, δε μπορώ να διαβάσω, ούτε να γράψω ή να μετράω. Όλα μου φαίνονται πολύ μπερδεμένα, επειδή δε μπορούσα καθόλου να καταλάβω τι συμβαίνει με εμένα. Τον Νοέμβριο, ήμουν τόσο άρρωστη που δεν μπορούσα πια να πηγαίνω στο σχολείο. Μπήκα στο νοσοκομείο στις 13 Νοεμβρίου. Έμεινα εκεί για 2 μήνες.»
«Μου έδωσαν ένα φάρμακο […] που με βοήθησε να συνέλθω. […] Αλλά χρειάστηκε πολύς καιρός μέχρι τα πράγματα να αρχίσουν να πηγαίνουν καλύτερα. Περίπου στα μέσα της πρώτης γυμνασίου άρχισα πραγματικά να συνέρχομαι. […] Εδώ γράφω τις εμπειρίες και τις δυσκολίες που είχα σε διάφορα θέματα λόγω της ασθένειας μου.»
Σχέσεις
«Ήταν πάντα δύσκολο για μένα να έχω φίλους. Θέλω να κάνω φίλους, αλλά δε ξέρω πως. Πάντα νομίζω ότι οι άνθρωποι μιλάνε σοβαρά, πολύ αργότερα καταλαβαίνω ότι αστειεύονταν. Δεν ξέρω καθόλου πώς να προσαρμοστώ, πώς να εξοικειωθώ.»
«Τσακώνομαι συνέχεια με τους άλλους. Παίρνω τις πλάκες τους στα σοβαρά και με μπλέκω σε μπελάδες. Δε θυμάμαι να δυσκολεύομαι τόσο πολύ στο να τα πηγαίνω καλά με τα άλλα παιδία όταν ήμουν πιο μικρή. Ίσως με λυπόντουσαν ή σκέφτονταν πως είμαι περίεργη. Στο σχολείο, τους απέφευγα τρέχοντας να κρυφτώ στις τουαλέτες ή κάτω από το θρανίο μου.»
«Όταν βγήκα από το νοσοκομείο δεν μπορούσα να τα πηγαίνω καλά με κανέναν. Έτσι λοιπόν τα άλλα παιδιά άρχισαν να με φωνάζουν «καθυστερημένη». Δεν είμαι καθυστερημένη, είμαι αποπροσανατολισμένη, χάνομαι εύκολα και δεν ξέρω τι συμβαίνει. Στην αρχή, δεν καταλάβαινα τι μου έλεγαν. Τελικά, μια συμμαθήτριά μου στη τάξη ειδικής αγωγής έγινε φίλη μου. Με απασχολούσε με κάποιο τρόπο. Αλλά η καλύτερή μου φίλη, είναι η Σίντι το σκυλί μου. Δεν της κάνω τη ζωή εύκολη, αλλά είναι πάντα έτοιμη να μου δώσει αγάπη.»
«Μου αρέσει να παίζω μόνη μου. Είναι αυτό που μου αρέσει περισσότερο. Επινοώ φανταστικές ιστορίες. Η μητέρα μου λέει πως είναι κρίμα που δυσκολεύομαι τόσο να γράψω, θα μπορούσα να έγραφα ένα βιβλίο με τη φαντασία που έχω.»
Δραστηριότητες
«Δυσκολεύομαι να τελειώσω ότι αρχίζω, ακόμα και να αρχίσω το οτιδήποτε. Για παράδειγμα, εδώ και δύο βδομάδες, αγόρασα πέρλες να φτιάξω σκουλαρίκια ως δώρα Χριστουγέννων. Αλλά δεν έχω ξεκινήσει ακόμα. Θα είχα χρόνο το Σαββατοκύριακο των Ευχαριστιών, αλλά είμαι πολύ απλά ανίκανη να κάτσω και να ξεκινήσω. Παρ’όλ’αυτά, μου αρέσει πολύ να φτιάχνω σκουλαρίκια.»
«Πρέπει πραγματικά οι γονείς μου να πέσουν πάνω μου και να θυμώσουν για να κάνω ότι πρέπει να κάνω. Ένας από τους δύο πρέπει πάντα να με παρακολουθεί καθώς κάνω τα μαθήματά μου. Χωρίς αυτό, είτε δε κάθομαι καθόλου, είτε κάθομαι κοιτώντας το κενό. Αφαιρούμαι πολύ εύκολα.»
«Έχω ένα σωρό ιδέες για το τι θα ήθελα να κάνω, όπως μικρές κατασκευές για να διακοσμήσω το σπίτι για τα Χριστούγεννα, αλλά δεν κάνω ποτέ τίποτα. Η μητέρα μου λέει πως αυτό που θέλω πραγματικά είναι να κάνει εκείνη όλη τη δουλειά και εγώ να τη κοιτάω να την κάνει. Ίσως έχει δίκιο.»
«Τώρα που είμαι στο Λύκειο, μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες για μένα, είναι να προσπαθήσω να κάνω όλη την επιπλέον δουλειά. Όταν ήμουν στο γυμνάσιο, είχα καταφέρει να πείσω τους καθηγητές πως δεν μπορώ να δουλέψω πολύ. Έκλαιγα, έβαζα το κεφάλι μου κάτω από το θρανίο, με έκανα να φαίνομαι τρομερά αγχωμένη ή έκανα πολύ ώρα να ολοκληρώσω απλές ασκήσεις. Τώρα, έχω ασκήσεις άλγεβρας κάθε βράδυ. Και κανέναν δε νοιάζει αν δυσκολεύομαι. Το εξάμηνο ήταν οδυνηρό, αλλά είμαι ευχαριστημένη γιατί προς το παρόν καταφέρνω να καταλαβαίνω την άλγεβρα. Ο πατέρας μου δουλεύει μαζί μου κάθε βράδυ.»
«Νομίζω πως αρκετά συχνά φοβάμαι. Φοβάμαι να κάνω κάτι νέο ή δύσκολο γιατί σκέφτομαι πως θα αποτύχω ή θα τα χαλάσω όλα. Είναι πιο εύκολο να ψάξω και να χειριστώ ανθρώπους να το κάνουν στη θέση μου παρά να το κάνω εγώ. Μισώ ό,τι είναι δύσκολο.»
Συναισθήματα
«Πάντα είναι πολλά συναισθήματα. Αλλά ένας μεγάλος αριθμός των συναισθημάτων μου είναι απαράδεκτα, ή περισσότερο ο τρόπος που τα εκφράζω να είναι. Βασικά, η μητέρα μου μού λέει συνέχεια: «Μην το κάνεις αυτό» για να ξέρω πότε συμπεριφέρομαι περίεργα. (Εγώ δεν το συνειδητοποιώ)»
«Μερικές φορές, γελάω πολύ όταν τα πράγματα δεν είναι και τόσο αστεία. Επίσης, ενθουσιάζομαι και θυμώνω πολύ εύκολα. Συχνά με φωνάζουν Sarah Bernhardt ( ήταν μια διάσημη ηθοποιός που συχνά υπερέβαλε), επειδή η οικογένειά μου νομίζει πως δραματοποιώ σχεδόν ό,τι μου συμβαίνει. Μερικές φορές, όταν πέφτω, προσποιούμαι πως λιποθυμάω […].»
«Οι φωτογραφίες μου από όταν ήμουν άρρωστη και στην αρχή της θεραπείας μου δίνουν μια ιδέα της αμβλυμμένης κατάστασης των συναισθημάτων μου. Δεν γελούσα ποτέ. Το πρόσωπό μου δεν είχε ποτέ κανένα συναίσθημα. Έχω ένα κενό βλέμμα σε όλες τις φωτογραφίες του σχολείου μου […].»
Ψευδαισθήσεις
«Φυσικά άκουγα φωνές. Ξεκίνησαν στη τετάρτη δημοτικού, που ήμουν πολύ άρρωστη. Στην αρχή οι φωνές ήταν ευγενικές, αλλά μετά έγιναν κακιές και με έκαναν να φοβάμαι. Για μια περίοδο, ούτε στο δωμάτιό μου δε μπορούσα να πηγαίνω γιατί φοβόμουν πως μια φωνή που έμενε εκεί θα με αρπάξει. Έπειτα, για κάποιο χρονικό διάστημα, άλλες φωνές ήρθαν, ήταν ευγενικές φωνές και με προστάτευαν από τις κακιές […].»
«Ήταν εδώ και έξι χρόνια και δε θυμάμαι τι μου έλεγαν οι φωνές. Αλλά θυμάμαι ότι ήταν μια απαίσια και φρικτή εμπειρία. Είχα συνέχεια άσχημο πονοκέφαλο, όταν ερχόντουσαν οι φωνές, έτσι οι γιατροί εξέτασαν τον εγκέφαλό μου με ακτίνες χ για αν δουν αν υπάρχει κάτι μέσα στο κεφάλι μου, αλλά δεν βρήκαν τίποτα.»
«Όταν ήμουν πολύ άρρωστη, μπορούσα ακόμα και να δω τις φωνές. Ήταν πολύ περίεργες, όπως τα φαντάσματα (ήταν μία που είχε τρία κεφάλια) […]. Τώρα, οι φωνές είναι σαν ένα κακό όνειρο. Δε θέλω να ξαναέρθουν, ποτέ, ποτέ. Η σχιζοφρένεια είναι μια ασθένεια πολύ επώδυνη.»
Διαταραχή της σκέψης
«Μερικές φορές, όταν μιλάω, μιλάω ασταμάτητα και οι άνθρωποι δυσκολεύονται να καταλάβουν τι θέλω να πω. Η οικογένεια μου μού λέει συνέχεια: «μιλάς, όλο μιλάς». Υποτίθεται πως έπρεπε να καταλάβαινα ότι έπρεπε να σταματήσω να μιλάω ή ότι κανείς δεν καταλάβαινε τι ήθελα να πω. Ο αδερφός μου λέει πως όλα αυτά που έχω να πω δεν ενδιαφέρουν κανέναν, αλλά έτσι μιλάνε πάντα τα αδέρφια μεταξύ τους […].
«Είναι, βασικά, ένα από τα πρώτα συμπτώματα που εντόπισε ο γιατρός μου. Είχα πολλά προβλήματα που δεν είχαν όνομα. Ο πρώτος ψυχίατρος νόμιζε πως είχα διαταραχή προσοχής, γιατί δυσκολευόμουν πολύ να προσέξω και να εκτελέσω τις δουλειές μου. Αλλά μια μέρα που δε σταματούσα να μιλάω, η μητέρα μου εξήγησε πως όταν με ακούν θα πρέπει να μοιραζόμαστε την ίδια εμπειρία με εμένα για να καταλάβουν τι λέω αλλά ακόμα και έτσι ήταν δύσκολο. Ο γιατρός είπε πως αυτό είναι σοβαρό σύμπτωμα και με ρώτησε αν άκουγα φωνές. Όταν του είπα πως ναι, είπε πως θα πρέπει να νοσηλευτώ […]. Οι γονείς μου πανικοβλήθηκαν.»
«Μιλάω συνέχεια χωρίς να ξέρω πώς να σταματήσω. Έχω επίσης δυσκολία στη γραφή. Ξεχνάω λέξεις από φράσεις ή ξεκινάω να γράψω μια λέξη και δεν την τελειώνω. Έτσι, φυσικά, οι φράσεις δεν βγάζουν κανένα νόημα. Συχνά οι φράσεις μου είναι πολύ μεγάλες. Υποθέτω πως δεν ξέρω πώς να με σταματήσω ούτε όταν γράφω. Δεν μπορώ να γράψω παραπάνω από μία δυο παραγράφους γιατί μπερδεύομαι απίστευτα […].»
Επίλογος
«Η ασθένεια βρίσκεται σε ύφεση εδώ και πάνω από δέκα χρόνια. Όταν ρωτάμε τον ψυχίατρο ή τον ψυχολόγο μου τι μου επιφυλάσσει το μέλλον, μας λένε πως απλά δεν ξέρουν […] Κάθε βράδυ προσεύχομαι να μπορέσω να μείνω σε ύφεση. Προς το παρόν, συμβαίνει με τη βοήθεια της θεραπείας μου, των φαρμάκων, της οικογενείας μου και μερικών καθηγητών.»