Η συγγνώμη αποτελεί έκφραση μετάνοιας ή ένδειξη μεταμέλειας του ατόμου για μια πράξη του. Με άλλα λόγια, αποτελεί «ανάγκη» του ανθρώπου να αντιμετωπιστεί με ανοχή και επιείκεια, καθώς αναγνωρίζει πως κάποια πράξη του ή μια συμπεριφορά του ήταν άστοχη, απρεπής και είχε αρνητικό ψυχολογικό αντίκτυπο για το άλλο άτομο. Συνεπώς, είναι πολλά παραπάνω από μια λέξη.
Είναι μια εσωτερική διαδικασία που προϋποθέτει αυτό-αξιολόγηση και έχει ως στόχο την απαλλαγή του ατόμου από το αίσθημα ενοχής που το διακατέχει. Η ανάληψη αυτής της «ευθύνης» αποτελεί ηθική ανωτερότητα αλλά είναι και ένδειξη δύναμης καθώς καταφέρνουμε να χαλιναγωγήσουμε τον εγωισμό μας και να παραδεχτούμε ότι κάναμε λάθος. Είναι εξέχουσας σημασίας καθώς πάνω σε αυτή τη δύναμη χτίζονται υγιείς σχέσεις εμπιστοσύνης και δημιουργούνται επιπλέον δίοδοι επικοινωνίας και κατανόησης.
Από μια άλλη σκοπιά, η συγγνώμη μπορεί να γιατρέψει πληγές και να αποτελέσει «παυσίπονο» για τον πόνο που προκαλέσαμε. Η εσωτερική μας συνείδηση αποτελεί την προσωπική μας αλήθεια. Έτσι και το αίσθημα μετάνοιας εκφράζει κάτι από τον πραγματικό μας χαρακτήρα. Χαρακτηριστικά όπως η ενσυναίσθηση, η ικανότητα δηλαδή να μπαίνουμε στη θέση του άλλου και να δείχνουμε κατανόηση στα συναισθήματα του, η συναισθηματική νοημοσύνη και η πεποίθηση ότι το εγώ μας δεν κινδυνεύει είναι βασικά συστατικά για να μπορέσουμε να εκφράσουμε ειλικρινής συγγνώμη!
Αν δεν προϋπάρχουν τα παραπάνω, είναι σαν να αρνούμαστε να κατανοήσουμε τον άλλον και κατ’ επέκταση αρνούμαστε να σηκώσουμε το βάρος της συνείδησης μας. Τεκμήριο για την παραδοχή αυτή αποτελεί το γεγονός ότι στο σημείο αυτό εμφανίζονται οι τάσεις φυγής. Κινδυνεύουμε να αποκαλύψουμε την «αδύναμη» πλευρά μας.
Επιπρόσθετα, κυριαρχεί η πεποίθηση ότι η λέξη «συγγνώμη» μετατρέπει αυτόματα το άτομο που την ζητάει σε θύτη. Δεν σημαίνει αυτόματα λοιπόν ότι αναλαμβάνουμε εξ ολοκλήρου την ευθύνη απαλλάσσοντας το άλλο άτομο. Κάθε άνθρωπος σε κάθε διαπροσωπική σχέση έχει το δικό του προσωπικό μερίδιο ευθύνης. Με το να μειωθούν οι άμυνες ενός ατόμου και να ζητήσει συγγνώμη δεν γίνεται πιο επιρρεπής σε συναισθηματισμούς. Αντιθέτως, αντιμετωπίζει συνειδητά τον ίδιο του τον εαυτό και εν συνεχεία τον άνθρωπο που «πλήγωσε». Εν κατακλείδι, η αξία της συγγνώμης δεν έγκειται αποκλειστικά και μόνο στην έκφραση της. Κρύβεται στη συμπεριφορά μας αφού την ζητήσουμε. Άλλωστε, ποιο είναι το νόημα αν ξανά κάνουμε τα ίδια λάθη;
Η συγγνώμη και η συγχώρεση είναι δυο διαφορετικές αλλά αλληλένδετες έννοιες. Η συγχώρεση αποτελεί μια εξίσου σημαντική αλλά δύσκολη διαδικασία. Μπορεί να οριστεί ως «η διαδικασία μέσω της οποίας επιτρέπουμε σε κάποιον να ξανά μπει στη καρδιά μας» (Karen, 2001). Με άλλα λόγια, είναι μια ακόμα προσπάθεια να επενδύσουμε συναισθηματικά σε κάποιο άτομο που μας πλήγωσε. Κατά την γνώμη μου, η συγχώρεση δεν σημαίνει αυτόματα και αποκατάσταση της σχέσης μας με το άλλο άτομο.
Αρκεί το γεγονός αυτό να μην μετατραπεί σε τραυματικό και να έχουν μειωθεί έως εξαλειφθεί οι συναισθηματικές επιπτώσεις που θα έχει πάνω μας. Τότε με ασφάλεια μπορούμε να πούμε ότι έχουμε συγχωρέσει κάποιον. Αποτελεί ανακούφιση για τον άνθρωπο καθώς βοηθά ώστε να πορευτούμε χωρίς πικρία. Η άποψη ότι όταν δεν συγχωρούμε κάποιον που μας πλήγωσε, τον βάζουμε σε μια ες αεί διαδικασία τιμωρίας, δεν είναι σπάνια. Τα αρνητικά συναισθήματα που βιώνουμε καταβάλλουν εμάς τους ίδιους και η μνησικακία και τα πιθανά σενάρια εκδίκησης βρίσκονται στο επίκεντρο.
Επομένως, έχει ήδη μετατραπεί σε πληγή που κάθε φορά που θα το ακουμπάμε εκείνο θα ματώνει. Η συγχώρεση μπορεί να μας ωφελήσει ανεξάρτητα από το μέγεθος του γεγονότος. Δικαίως λοιπόν χαρακτηρίζεται ως «σύνδεση νου και σώματος» (Toussaint, Worthington & William, 2015). Ερευνητικά ευρήματα έχουν διαπιστώσει ότι η συγχώρεση βοηθά στη μείωση του θυμού, του άγχους και της χαμηλής αυτοεκτίμησης (McCullough & Witvliet, 2002). Συνεπώς, έχει να κάνει και με εμάς τους ίδιους. Είναι μια διαδικασία απελευθέρωσης των τοξικών συναισθημάτων και η δημιουργία γόνιμου εδάφους για την ηρεμία και την αγάπη. Είναι «η εμπειρία της γαλήνης στο παρόν» (Luskin, 2002).
Ας μην μένουμε στο παρελθόν. Όλοι οι άνθρωποι κάνουμε λάθη. Το σημαντικό είναι να υπάρχει η καλή πρόθεση να συγχωρέσουμε αλλά και να ζητήσουμε συγγνώμη. Βασική προϋπόθεση και στις δυο πλευρές είναι η επιθυμία να δείξουμε ότι εκτιμάμε τους ανθρώπους που μας πλήγωσαν και που πληγώσαμε. Η συγγνώμη μπορεί να κάνει λίγο καλύτερο το άτομο που τη ζητάει και να γιατρέψει το άτομο που τη δέχεται.
Αποτελεί δείγμα δύναμης από όποια σκοπιά και να το δεις. Πόσα περισσότερα ευχάριστα συναισθήματα θα νιώθουμε αν αφήσουμε στο παρελθόν εγωισμό, πικρία και εικασίες ότι δεν θα μας συγχωρέσουν; Εφόσον η ζωή μας ανήκει, ας κάνουμε χώρο μέσα μας για να βιώσουμε περισσότερη αγάπη, χαρά και ικανοποίηση.
Βιβλιογραφία:
Karen, R. (2001). The forgiving self: The road from resentment to connection. Doubleday & Co.
Luskin, F. (2002) Forgive for good: A proven prescription for health and happiness. Harper, San Francisco.
McCullough, M. E., & Witvliet, C. V. (2002). The psychology of forgiveness. In C. R. Snyder & S. J. Lopez (Eds.), Handbook of positive psychology (p. 446–458). Oxford University Press.
Toussaint, L. L., Worthington, E. L., Jr., & Williams, D. R. (Eds.). (2015). Forgiveness and health: Scientific evidence and theories relating forgiveness to better health. Springer Science + Business Media.