O τρόπος που ερμηνεύουμε τα γεγονότα όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με μία κατάσταση μπορεί να είναι πολύ διαφορετικός από άνθρωπο σε άνθρωπο. Συχνά, ωστόσο, τείνουμε να θεωρούμε ότι η δική μας ερμηνεία είναι σωστή και ανταποκρίνεται απαραίτητα στην πραγματικότητα. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Βρίσκεσαι στο γραφείο σου και επιστρέφεις από την τουαλέτα. Καθώς γυρνάς, βλέπεις κάποια άτομα στο γραφείο σου να μιλάνε για κάτι και για να γελάνε και ξαφνικά να διακόπτουν τη συζήτηση. Ποια είναι η πρώτη σκέψη που κάνεις; Στη συγκεκριμένη κατάσταση, κάποιο άτομο θα μπορούσε να σκεφτεί ότι το σχολιάζουν και μιλούν αρνητικά γι’ αυτό. Αν επέλεγε να δώσει αυτή την ερμηνεία τότε πιθανότατα να βίωνε αρνητικά συναισθήματα, όπως άγχος ή θλίψη και να αντιδρούσε με έναν ανάλογο τρόπο. Αντίθετα, κάποιο άλλο άτομο στη θέση του θα μπορούσε να σκεφτεί ότι απλώς συζητούσαν κάτι προσωπικό τους. Σε αυτή την περίπτωση, λοιπόν, θα ένιωθε πολύ διαφορετικά και θα αντιδρούσε αντίστοιχα και με διαφορετικό τρόπο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι ενώ μπορεί να περιμένουμε πως η ερμηνεία που δίνουμε σε μία κατάσταση είναι και αυτό που ισχύει στην πραγματικότητα, υπάρχουν πολλές διαφορετικές εναλλακτικές ερμηνείες για την ίδια ακριβώς κατάσταση.
Γιατί, λοιπόν, κάποιοι άνθρωποι ερμηνεύουν την ίδια ακριβώς κατάσταση με τελείως διαφορετικό τρόπο; Η απάντηση φυσικά εξαρτάται από πολλούς διαφορετικούς παράγοντες και δε μπορεί να αποδοθεί μόνο σε ένα στοιχείο. Ωστόσο, φαίνεται πως συχνά οι άνθρωποι έχουμε την τάση να ερμηνεύουμε συστηματικά τις καταστάσεις με προκατειλημμένους τρόπους. Αυτές, λοιπόν, οι προκατειλημμένες ερμηνείες ονομάζονται γνωσιακές διαστρεβλώσεις ή διεργασιακά λάθη και είναι σημαντικό να μαθαίνουμε να τις αναγνωρίζουμε. Μαθαίνοντας να τις αναγνωρίζουμε μπορούμε να καταλάβουμε πως σε ποικίλες καταστάσεις μπορεί να αισθανόμαστε έντονο άγχος, απογοήτευση ή άλλα αρνητικά συναισθήματα, επειδή σκεφτόμαστε με τον συγκεκριμένο προκατειλημμένο τρόπο που μας χαρακτηρίζει. Mπορούμε, λοιπόν, να σταματήσουμε και να προσπαθήσουμε να σκεφτούμε εναλλακτικά, δίνοντας στον εαυτό μας τη δυνατότητα να διαχειριστεί καλύτερα τις καταστάσεις. Φυσικά, το να σκεφτούμε με εναλλακτικούς τρόπους δεν είναι καθόλου εύκολο. Ωστόσο, μόνο και μόνο η αναγνώριση των γνωσιακών μας διαστρεβλώσεων είναι πολύ χρήσιμη και αποτελεί ένα σημαντικό πρώτο βήμα. Ας δούμε, λοιπόν, κάποια από τα πιο συνηθισμένα διεργασιακά λάθη:
Α)Διπολική σκέψη: Πρόκειται για έναν τρόπο σκέψης που βλέπει τα πράγματα ως όλα ή τίποτα, ως άσπρα ή μαύρα, χωρίς να υπάρχουν ενδιάμεσες καταστάσεις. Έτσι, κάποιος άνθρωπος που έρχεται αντιμέτωπος με ένα δύσκολο έργο στη δουλειά του και δεν μπόρεσε να το φέρει εις πέρας στο βαθμό που επιθυμούσε μπορεί να σκεφτεί «Είμαι μια αποτυχία». Αφού, λοιπόν, δεν έγιναν όλα τέλεια (άσπρο), τότε όλα είναι χάλια (μαύρο). Αφού δεν τα πήγα όπως τα ήθελα, τότε απέτυχα πλήρως.
Β) Καταστροφοποίηση: Η τάση να σκεφτόμαστε ότι θα συμβεί το χειρότερο πιθανό σενάριο σε μια κατάσταση. Για παράδειγμα, αν κάνω ένα λάθος στη δουλειά μου, μπορεί να σκεφτώ ότι θα με απολύσουν. Αντίστοιχα, στην περίοδο της πανδημίας, μπορεί να συναναστραφώ με ένα άτομο και να σκεφτώ ότι θα νοσήσω από κορονοϊό.
Γ) Υπεργενίκευση: H τάση να θεωρούμε ότι ένα συγκεκριμένο γεγονός έχει ευρύτερη σημασία και θα οδηγήσει και στην εμφάνιση άλλων γεγονότων. Για παράδειγμα, αν η σχέση μου με χώρισε επειδή δεν ταίριαζε με τον χαρακτήρα μου μπορεί να σκεφτώ ότι τελικά κανένας άνθρωπος δε θα αντέξει το χαρακτήρα μου και ότι όλες οι σχέσεις μου θα με χωρίζουν.
Δ) Προσωποποίηση: H τάση να αποδίδουμε στον εαυτό μας την ευθύνη για πράγματα που δε μας αναλογούν. Παραδείγματος χάριν, μπορεί να έχω ένα κοντινό μου πρόσωπο που δε μπορεί να ξεπεράσει τον θάνατο ενός αγαπημένου του και να θεωρώ πως ευθύνομαι εγώ, επειδή δε βοήθησα αρκετά.
Ε) Αυθαίρετα συμπεράσματα: H τάση να προβαίνουμε σε συμπεράσματα χωρίς να υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία που να τα υποστηρίζουν. Στην περίπτωση των αυθαίρετων συμπερασμάτων μπορεί να διαβάζω τη σκέψη των άλλων ή να κάνω προβλέψεις για το μέλλον (με αρνητική συνήθως χροιά), χωρίς η πρόβλεψη ή το διάβασμα να βασίζονται σε δεδομένα της πραγματικότητας. Έτσι, μπορεί να βλέπω κάποια άτομα στη δουλειά μου να μιλάνε και να γελάνε και να θεωρώ πως με κοροϊδεύουν ή με σχολιάζουν (διάβασμα της σκέψης) ή μπορεί να θεωρώ πως ενώ με έχουν καλέσει για μια συνέντευξη για δουλειά θα καθυστερήσω και δε θα προλάβω καν τη συνέντευξη (πρόβλεψη του μέλλοντος).
ΣΤ) Συναισθηματική λογική: Η τάση να θεωρούμε ότι αυτό που αισθανόμαστε αντανακλά την πραγματικότητα, ότι δηλαδή εφόσον αισθανόμαστε με έναν συγκεκριμένο τρόπο, αυτό ισχύει. Για παράδειγμα, αν αισθάνομαι άχρηστος άνθρωπος σημαίνει ότι είμαι ή αν νιώθω ενοχές για κάτι που έκανα σημαίνει πως αυτό που έκανα είναι πολύ κακό.
Ζ) Ετικετοποίηση: H τάση να αποδίδουμε αρνητικούς χαρακτηρισμούς, κυρίως στον εαυτό μας. Ειδικότερα, μπορεί να σκεφτώ πως επειδή ξεγελάστηκα είμαι θύμα ή ότι επειδή έκανα κάτι που θεωρώ χαζό, είμαι χαζός άνθρωπος.
Η) Νοητικό φίλτρο: Η τάση να εστιάζουμε στο αρνητικό στοιχείο μιας κατάστασης, ενώ υπάρχουν και θετικά. Για παράδειγμα, μπορεί να έχω ένα σύνολο υποχρεώσεων και επειδή δεν ανταποκρίθηκα ικανοποιητικά σε μία να θεωρώ πως είναι τραγικό και τα κάνω όλα λάθος.
Θ) Απαξίωση του θετικού: H τάση να υποβαθμίζουμε τη σημασία που έχουν θετικά γεγονότα. Έτσι, μπορεί, για παράδειγμα, να πάρω πολύ καλό βαθμό στη διπλωματική του εργασία και αντί να σκεφτώ πως τα κατάφερα, να σκεφτώ πως είχα αρκετή βοήθεια και δε σημαίνει ότι αυτό που έκανα είναι σπουδαίο.
Φαίνεται, λοιπόν, μέσα από τα παραπάνω παραδείγματα, ότι τα διεργασιακά λάθη είναι πολύ συνηθισμένα και συχνά οι άνθρωποι τείνουμε να προβαίνουμε σε ένα ή και σε περισσότερα απ’ αυτά. Επίσης, πολλές φορές ο τρόπος που σκεφτόμαστε σε συγκεκριμένες καταστάσεις μπορεί να αντανακλά την ύπαρξη περισσότερων διεργασιακών λαθών ταυτόχρονα. Για παράδειγμα, αν ένα άτομο τερμάτισε τη σχέση του επειδή εξαπατήθηκε, μπορεί να σκεφτεί ότι αυτό φταίει που εξαπατήθηκε (προσωποποίηση), ότι είναι θύμα (ετικετοποίηση), ότι όλοι οι άνθρωποι θα το εξαπατούν (υπεργενίκευση) και ότι θα μείνει για πάντα μόνο (καταστροφοποίηση).
Επομένως, ο τρόπος που σκεφτόμαστε αυτόματα σε διάφορες καταστάσεις αντανακλά συχνά την ύπαρξη διεργασιακών λαθών που αν καταφέρουμε να αναγνωρίσουμε ίσως μπορέσουμε να ανακαλύψουμε τα δικά μας μοτίβα σκέψης και τελικά να μάθουμε να σκεφτόμαστε περισσότερο λειτουργικά. Αν για παράδειγμα παρατηρούμε τις σκέψεις μας και βλέπουμε ότι πολύ συχνά κατηγορούμε τον εαυτό μας σε διάφορες καταστάσεις με αποτέλεσμα να αισθανόμαστε άγχος και ενοχές, θα μπορούσαμε να σκεφτούμε ότι μας χαρακτηρίζει μια τάση προσωποποίησης και για αυτό, πολλές φορές, βιώνουμε αυτά τα συναισθήματα. Αντίστοιχα, αν παρατηρούμε ότι συχνά βιώνουμε άγχος σε συγκεκριμένες καταστάσεις ανησυχώντας για το τι μπορεί να πάει στραβά στο μέλλον, τότε ίσως νιώθουμε έτσι γιατί έχουμε την τάση να καταστροφοποιούμε και να περιμένουμε πάντα να συμβεί το χειρότερο. Αυτή η αυτοπαρατήρηση ίσως μας βοηθήσει να νιώσουμε λιγότερο άγχος και να αισθανθούμε καλύτερα, κατανοώντας ότι αυτό που αισθανόμαστε δεν αντανακλά απαραίτητα την πραγματικότητα, αλλά πηγάζει, σε μεγάλο βαθμό, από το μοτίβο της σκέψης μας. Οπότε τι λες; Mήπως τελικά να προσπαθήσεις κι εσύ να αναγνωρίσεις τα δικά σου διεργασιακά λάθη;
Bιβλιογραφία:
Gilbert, P. (1998). The evolved basis and adaptive functions of cognitive distortions. British Journal of Medical Psychology, 71(4), 447–463.
Leung, P. W. L., & Wong, M. M. T. (1998). Can cognitive distortions differentiate between internalising and externalising problems? Journal of Child Psychology and Psychiatry, 39(2), 263–269.
Rnic, K., Dozois, D. J. A., & Martin, R. A. (2016). Cognitive distortions, humor styles, and depression. Europe’s Journal of Psychology, 12(3), 348–362.
Westbrook, D., Kirk, J., & Kennerley, H. (2012). Εισαγωγή στη γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία (Α. Καλαντζή – Αζίζι & Κωνσταντίνος Ευθυμίου Επιμ. Έκδ., Α. Λεοντιάδου Μτφ.). Αθήνα: ΠΕΔΙΟ
Image: https://images.app.goo.gl/oYNMXn2NrT56rsmR6