Εισαγωγή
Τι είναι οικογένεια;
Αν εξετάσουμε ετυμολογικά τον όρο «οικογένεια» θα διαπιστώσουμε ότι είναι σύνθετος από τις λέξεις οίκος και γένος, δηλαδή η γενιά που διαμένει στο ίδιο σπίτι. Επομένως, όταν μιλάμε για οικογένεια, στην ουσία αναφερόμαστε στο γάμο δύο ατόμων διαφορετικού φύλου (τουλάχιστον στο χριστιανικό κόσμο) που αποφάσισαν να ζήσουν μαζί και να κάνουν παιδιά. Ένας ορισμός της οικογένειας που ήταν αποδεκτός για δεκαετίες στο χώρο της πολιτισμικής ανθρωπολογίας είναι εκείνος που ορίζει ότι «η οικογένεια αποτελεί κοινωνική ομάδα με χαρακτηριστικά την κατοίκηση στον ίδιο χώρο, την οικονομική συνεργασία και την αναπαραγωγή (Σερεμετάκη, 2017). Στο νεωτετικό κόσμο η οικογένεια υπάρχει εκεί όπου ένας γονέας κι ένα παιδί επαρκούν για τον ελάχιστο αριθμό μελών της και επιπλέον δεν είναι απαραίτητο οι δύο γονείς να είναι παντρεμένοι. Ένας επιπλέον διαχωρισμός που γίνεται από τους κοινωνιολόγους για την οικογένεια είναι στις εξής δύο κατηγορίες:
Οικογένεια προσανατολισμού και Οικογένεια αναπαραγωγής.
Η πρώτη είναι η οικογένεια μέσα στην οποία γεννιέται κανείς και η δεύτερη δημιουργείται, όταν κάποιος σχηματίσει μια νέα οικογένεια, όπου ίσως κάνει και παιδιά. Ωστόσο, οι μορφές που μπορεί να πάρει είναι ποικίλες.
Μορφές
Μετά το 1950 που το κοινωνικό-οικονομικό σκηνικό αρχίζει να μεταβάλλεται εντοπίζονται αλλαγές και στον θεσμό της οικογένειας.
Η μορφή της οικογένειας που προκύπτει από αυτές τις μεταβολές ονομάζεται πυρηνική ή συζυγική, και αποτελείται από τους γονείς και τα ανύπαντρα παιδιά. Οι διαχωρισμοί των ρόλων δεν είναι τόσο ευδιάκριτοι, καθώς η γυναίκα εργάζεται συνήθως και εκτός σπιτιού. Το παιδί αρχίζει να αποκτά πρωταρχικό ρόλο, αποτελεί σκοπό και πάνω σε αυτό βασίζεται ο γάμος και η δημιουργία της οικογένειας. Οι επιδιώξεις δυο ανθρώπων που αποφασίζουν να ζήσουν μαζί, εναποτίθενται σε ένα τρίτο, το παιδί και σκοπός τους είναι να εκπληρωθούν οι στόχοι του τρίτου (Τουντασάκη, 2015). Η μορφή αυτή οικογένειας, επιδιώκει την κοινωνική άνοδο των μελών της, καθώς μέσα από την προσαρμογή των παιδιών στις καινούριες συνθήκες της κοινωνίας, προωθείται η οικογένεια ως σύνολο. Το μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας, χαρακτηρίζεται από έντονα στοιχεία αλληλεξάρτησης, τα οποία όμως τελικά καταλήγουν σε αντιφάσεις και συγκρούσεις, τόσο για τους γονείς, όσο και για τα παιδιά. Όλη αυτή η αγωνία των γονέων για την κοινωνικοποίηση του παιδιού και την επίτευξη της πνευματικής τους ανέλιξης, οδηγεί αφενός τους γονείς σε συναισθήματα ευτυχίας, ικανοποίησης και κοινωνικής ανόδου, και αφετέρου σε θλίψη και πόνο, καθώς τα παραπάνω συνεπάγονται την απομάκρυνση του παιδιού από το σπίτι. Από την άλλη μεριά, τα ίδια αντιφατικά συναισθήματα βιώνουν και τα παιδιά, καθώς είτε επιτύχουν, είτε αποτύχουν, δε θα απελευθερωθούν από τη σύγκρουση με τους γονείς. Γνωρίζουν καλά ότι η αποτυχία εισπράττετε από τους γονείς ως προδοσία, και η επιτυχία καθώς συνεπάγεται την απορρόφηση των παιδιών σε άλλες κοινωνικές ομάδες, δεν οδηγεί και αυτή τελικά στην ολοκλήρωση και την ικανοποίηση των γονιών. Ο παιδοκεντρικός αυτός χαρακτήρας επιδρά δραστικά και στη γυναικεία ταυτότητα, καθώς αισθάνεται πως, ο μοναδικός άνθρωπος που την έχει πραγματικά ανάγκη είναι το παιδί της, στο οποίο και προσφέρει την απόλυτη φροντίδα και αφοσίωση, αναμένοντας μέσα από την επιτυχία και την ολοκλήρωση των παιδιών, την προσωπική της αναγνώριση (Τουντασάκη, 2011).
Με το πέρασμα των χρόνων, όμως, η κλασική μορφή οικογένειας αλλάζει τύπους, ακολουθώντας τις κοινωνικές εξελίξεις. Έτσι, προκύπτουν νέες μορφές οικογενειακής συμβίωσης, οι οποίες συνδέονται κυρίως με έναν νέο καταμερισμό της εργασίας εντός της οικογενειακής εστίας:
- Η οικογένεια διπλής σταδιοδρομίας, στην οποία και οι δύο σύζυγοι εργάζονται και επομένως οι ρόλοι διαμορφώνονται σε σχέση με τις επαγγελματικές ασχολίες τους και τα πρότυπα αξιών τους. Στην περίπτωση αυτή η συζυγική σχέση οικοδομείται με βάση τη συνεργασία.
- Η ελεύθερη συμβίωση (συγκατοίκηση χωρίς γάμο), η οποία συναντάται όλο και περισσότερο σε πολλές χώρες της Ευρώπης και στηρίζεται κυρίως σε ατομικές επιλογές.
- Η μονογονεϊκή οικογένεια, η οποία αποτελείται συνήθως από την άγαμη ή διαζευγμένη ή χήρα μητέρα με ένα ή περισσότερα παιδιά ή από διαζευγμένο ή χήρο πατέρα με ένα ή περισσότερα παιδιά. Τα τελευταία χρόνια το ποσοστό αυτής της μορφής οικογένειας είναι ιδιαίτερα αυξημένο και σε αυτό ενδεχομένως να συνέβαλε η εξάλειψη των προκαταλήψεων ως προς τις άγαμες μητέρες, η επιθυμία των γυναικών για αυτονομία, η αύξηση των διαζυγίων, η μείωση του αριθμού των γάμων και των δεύτερων γάμων (Δουμάνη, 1983)
- Η υιοθεσία αποτελεί, ακόμη, ένα λόγο δημιουργίας μονογονεϊκής οικογένειας όταν ορισμένα μοναχικά άτομα αποφασίζουν να υιοθετήσουν ένα ή περισσότερα παιδιά. Παρόμοια, κάποια άτομα επιλέγουν ένα σύντροφο μόνο για να κάνουν ένα παιδί, χωρίς όμως να θέλουν να ζήσουν όλοι μαζί.
- Η οικογένεια δεύτερου γάμου, η οποία έχει προκύψει από την αύξηση των διαζυγίων, που προκαλεί με τη σειρά της τη δημιουργία οικογενειών δεύτερου (ή τρίτου) γάμου του ενός ή και των δύο συζύγων και στην οποία μπορούν να συμβιώνουν παιδιά από διαφορετικούς γάμους.
- Οικογένεια που τα μέλη ζουν μαζί και χωριστά (living-apart-together LAT), η οποία προκύπτει όταν οι γονείς δεν μένουν μαζί για διάφορους λόγους, ενώ δεν έχουν πάρει διαζύγιο. Παραδείγματα τέτοιων οικογενειών, είναι όταν η εργασία των συζύγων τους υποχρεώνει να είναι μακριά (Κατάκη, 1984).
- Ανάδοχη οικογένεια, είναι η οικογένεια η οποία πληρώνεται για να αναλάβει τη φροντίδα ενός παιδιού, αφού η βιολογική του οικογένεια, έστω προσωρινά δεν δύναται να αναλάβει και να εκπληρώσει αυτή την υποχρέωση. Σκοπός της ανάδοχης οικογένειας, είναι να φροντίζει το παιδί (ή τα παιδιά) σαν να ήταν δικό της, αλλά ταυτόχρονα να αποδέχεται και να θυμάται, ότι το παιδί έχει τη βιολογική του οικογένεια στη οποία θεωρείται ότι κάποτε θα επιστρέψει.
- Η θετή οικογένεια, που δημιουργείται με δύο τρόπους: είτε με την εκούσια συναίνεση των φυσικών γονέων του, είτε μέσω του συστήματος παιδικής προστασίας. Στην πρώτη περίπτωση, πρόκειται για παιδιά, συνήθως μικρής ηλικίας, που για διάφορους λόγους (οικονομικούς, ανεπιθύμητη-μη προγραμματισμένη εγκυμοσύνη) οι γονείς (ή η μητέρα αν δεν υπάρχει πατέρας) δεν έχουν τη δυνατότητα να τα μεγαλώσουν. Τα παιδιά που εκουσίως προσφέρονται από τους γονείς για υιοθεσία, παραδίδονται στην προστασία μιας κοινωνικής οργάνωσης, η οποία έχει την ευθύνη των παιδιών ώσπου να υιοθετηθούν, αλλά και της παρακολούθησης, της μετά από την υιοθεσία πορείας τους.
Η ποικιλία των οικογενειακών τύπων στη σύγχρονη κοινωνία συνδέεται και με άλλες παραμέτρους, όπως είναι η αλλαγή της νοοτροπίας γύρω από το θεσμό του γάμου και του ρόλου των δύο φύλων, οι αλλαγές στην αγορά εργασίας, η αυτονόμηση του ατόμου από το οικογενειακό σύστημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτών των αλλαγών στην ελληνική πραγματικότητα είναι οι αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο το 1983, οι οποίες έγιναν προς την κατεύθυνση της συμμετοχής και της συζύγου σε οικογενειακά θέματα, αφού «οι σύζυγοι αποφασίζουν από κοινού», αξιώνει και αυτή «συμμετοχή στα αποκτήματα» και έχει λόγο για την ανατροφή των παιδιών (Κουρούκλη, 2008).
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Δουμάνη, Μ. (1983). Η Ελληνίδα μητέρα άλλοτε και σήμερα. Αθήνα: Κέδρος.
Κατάκη, X. (1984). Οι τρεις ταυτότητες της ελληνικής οικογένειας. Αθήνα: Κέδρος.
Κουρούκλη, Μ. (2008). Έργα και ημέρες στην Κέρκυρα. Ιστορική Ανθρωπολογία μιας τοπικής κοινωνίας. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Σερεμετάκη, Ν. (2017). Εισαγωγή στην Πολιτισμική Ανθρωπολογία. Αθήνα: Πεδίο.
Τουντασάκη, Ε. (2015). Το παιδί που μεγαλώνει μέσα σου θα πάρει κι από σένα. Δωρεά ωαρίων, μητρότητα και συγγένεια. Αθήνα: Πατάκη.
Τουντασάκη, Ε. (2011). Ανθρωπολογικές Θεωρήσεις της Οικογένειας και της Συγγένειας κατά τον 20ο αιώνα. Αθήνα: Πατάκη.