Κατά πόσο συνδέονται οι τύποι προσκόλλησης από τη βρεφική ηλικία, με μοτίβα σχέσεων.
Η «συνθήκη του ξένου» ήταν μια διαδικασία κατά την οποία σε εργαστηριακά πλαίσια αξιολογούνταν οι αντιδράσεις των παιδιών όταν βρίσκονταν μπροστά από έναν ξένο με την παρουσία της μητέρας, στη συνέχεια όταν βρίσκονταν μόνα τους και τέλος όταν έσμιγαν ξανά με τη μητέρα τους. Βάση των αποτελεσμάτων που προέκυψαν, η Ainsworth και οι συνεργάτες της, εντόπισαν τρεις τύπους προσκόλλησης: α) ο ασφαλής δεσμός, σύμφωνα με τον οποίο υπάρχει μια υγιής σχέση επαφής με τη μητέρα και το εξωτερικό περιβάλλον, β) ο αμφιθυμικός δεσμός, όπου το παιδί αναζητά τη μητέρα όταν φεύγει, αλλά όταν επιστρέφει αντιστέκεται σε αυτήν και γ) ο αποφευκτικός δεσμός, κατά τον οποίο το παιδί αδιαφορεί για τη μητέρα, μπορεί ακόμη και να παρηγορηθεί και από έναν ξένο, ενώ αδιαφορεί και κατά την επιστροφή της μητέρας (Cole, Cole, & Lightfoot, 2009).
Μεταγενέστερες εμπειρικές μελέτες δείχνουν πως υπάρχει μια σχέση και μια ακολουθία μεταξύ των τύπων προσκόλλησης στην παιδική ηλικία και την ενήλικη ζωή (Γιδάρη, 2012 αναφ. στο Carlson, Sroufe, &
Egeland, (2004). Άλλωστε, σύμφωνα με τους Mikulincer και Shaver (2007), είναι φανερό ότι οι τύποι προσκόλλησης εξακολουθούν να εμφανίζονται μετέπειτα στις ρομαντικές σχέσεις των εφήβων και των ενηλίκων.
Ειδικότερα βάση μελετών, τα άτομα με ασφαλή τύπο προσκόλλησης χαρακτηρίζονται από υψηλή αυτοπεποίθηση, υψηλή αυτοεκτίμηση, κοινωνικές δεξιότητες και αναζητούν την στήριξη από το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο. Συνάπτουν υγιείς, ικανοποιητικές και μακροχρόνιες σχέσεις, καθώς ενδιαφέρονται γι’ αυτές, ενώ εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα θυμού (Γιδάρη, 2012 αναφ. στο Hazan & Shaver, 1990).
Στην αντίθετη πλευρά, άτομα με αμφιθυμικό τύπο προσκόλλησης εμφανίζονται ως ανασφαλή, με έλλειψη αυτοπεποίθησης. Επενδύουν στις σχέσεις τους, ωστόσο επειδή ανησυχούν για τυχόν εγκατάλειψη ή απόρριψη, εκφράζουν ιδιαίτερη ζήλεια και θυμό στο έτερόν τους ήμισυ. Ερωτεύονται συχνά, ενώ οι σχέσεις τους χαρακτηρίζονται από χωρισμούς και επανασυνδέσεις ανά τακτά χρονικά διαστήματα (Γιδάρη, Σ., 2012).
Τέλος, οι αποφευκτικού τύπου ενήλικες μπορεί να ενδιαφέρονται για σύναψη σχέσεων αλλά από τα ερευνητικά δεδομένα φαίνεται πως συνήθως τις αποφεύγουν. Δεν προτιμούν την εγγύτητα και τις μακροχρόνιες σχέσεις, ενώ άβολα νιώθουν και κατά την διαδικασία αποκάλυψης του εαυτού στους άλλους. Επιπλέον, δεν έχουν πλούσιο ρεπερτόριο από κοινωνικές δεξιότητες και παράλληλα νιώθουν περισσότερα αρνητικά συναισθήματα, όπως άγχος, από τους υπόλοιπους ενήλικες. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το ότι αποδίδουν περισσότερο εχθρικές τάσεις στους γύρω τους (Γιδάρη, 2012 αναφ. στο Mikulincer, 1998).
Κάνοντας μια ανασκόπηση όσων προέκυψαν από τις ερευνητικές διαδικασίες είναι φανερό ότι τα είδη δεσμών, από τη βρεφική κιόλας ηλικία, ακολουθούν το άτομο μέχρι την ενήλικη ζωή. Επηρεάζουν τις σχέσεις τους με τους άλλους ανθρώπους, είτε είναι κοινωνικές είτε ρομαντικές. Άλλωστε, οι επιστήμονες του αναπτυξιακού κλάδου τονίζουν πόσο σημαντικές είναι οι πρώιμες σχεσιακές εμπειρίες του παιδιού με σημαντικά πρόσωπα όπως είναι οι γονείς, και ειδικά με τη μητέρα. Τα πρότυπα των δεσμών που θα εσωτερικευθούν με τους σημαντικούς άλλους, είναι συνήθως τα πρότυπα που εδραιώνονται και ακολουθούν οι ενήλικες σε όλη τους τη ζωή, αναπαράγοντας σχετικά μοτίβα – συνήθως ασυνείδητα.
Βιβλιογραφία:
Γιδάρη, Σ., 2012. Η σχέση της προσκόλλησης προς τους γονείς με την ψυχοκοινωνική προσαρμογή και την κοινωνική αποδοχή κατά την ύστερη παιδική ηλικία και την προεφηβική περίοδο.
Cole, M., Cole, S.R. & Lightfoot, C., 2009. Η ανάπτυξη των παιδιών. (Μτφρ. Κουλεντιανού, M.) Gutenberg.
Οι εικόνες ανακτήθηκαν από unsplash.com