Τόσο η ψυχογενής ανορεξία όσο και η βουλιμία εντάσσονται στην κατηγορία των Διαταραχών Πρόσληψης Τροφής. Οι διαταραχές πρόσληψης τροφής συνδέονται με την διαταραγμένη σχέση ενός ανθρώπου με το φαγητό, την διαστρεβλωμένη εικόνα εαυτού-σώματος , τον φόβο εγκατάλειψης από τους άλλους, την αυξημένη τάση για έλεγχο και τελειομανία και τα διάχυτα συναισθήματα ντροπής,ενοχής,αδυναμίας και ανεπάρκειας. Ωστόσο, παρ’όλο που ο πυρήνας των εν λόγω διαταραχών είναι κοινός, διαθέτουν σημαντικές διαφορές, οι οποίες οδηγούν στον διαχωρισμό τους ως δυο διαφορετικά σύνδρομα.
Σύμφωνα με το DSM-V, για τη διάγνωση ενός ατόμου με ψυχογενή ανορεξία πρέπει να πληρούνται τα παρακάτω κριτήρια:
- Άρνηση του ατόμου να διατηρήσει το βάρος του πάνω από το ελάχιστο φυσιολογικό επίπεδο για την ηλικία και το ύψος του. Οι πάσχοντες αρχικά, αποκλείουν από την διατροφή τους τροφές που θεωρούνται παχυντικές, ενώ σταδιακά τις περιορίζουν σε τέτοιο βαθμό που καταλήγουν να ακολουθούν εξανλτητικές δίαιτες. Ενδέχεται επίσης, να αθλούνται υπερβολικά για να χάσουν βάρος ή/και να κάνουν χρήση καθαρτικών/διουρητικών ουσιών.
- Έντονος φόβος του ατόμου μπροστά στην πιθανότητα να πάρει βάρος, ακόμα και όταν το βάρος του είναι κάτω από το φυσιολογικό, γεγονός που πηγάζει από τον φόβο της απώλειας ελέγχου απέναντι στο βάρος και τη σωματική του διάπλαση.
- Διαστρεβλωμένη αντίληψη του μεγέθους και της διάπλασης του σώματος σε γνωστικό και συναισθηματικό επίπεδο. Ουσιαστικά, ο πάσχων εξαρτά την προσωπική του αίσθηση αξίας από την εικόνα του σώματός του. Έτσι, η απώλεια βάρους θεωρείται επίτευγμα και ένδειξη αυτοελέγχου και αυτοπειθαρχίας, ενώ αντίθετα η αύξηση του βάρους θεωρείται ένδειξη αποτυχίας. Χρησιμοποιούν διάφορες μεθόδους υπολογισμού του βάρους τους με ψυχαναγκαστικό τρόπο(ζυγίζονται πολλές φορές μέσα στη μέρα, κοιτάζονται επανειλλημμένα στον καθρέφτη, μετρούν εμμονικά τα μέρη του σώματός τους που τους απασχολούν κλπ) και αρνούνται να αντιληφθούν τον κίνδυνο που ενέχει για την υγεία τους η τόσο έντονη και συνεχής απώλεια βάρους.
- Αμηνόρροια στις γυναίκες,δηλαδή απουσία τουλάχιστον τριών διαδοχικών εμμηνορυσιακών κύκλων.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των πασχόντων με ψυχογενή ανορεξία είναι γυναίκες(90%),οι οποίες εμφανίζουν την διαταραχή συνήθως στα εφηβικά τους χρόνια(14ο-18ο έτος). Η ενασχόλησή τους με το φαγητό είναι διαρκής και σχεδόν καταναγκαστική:μετρούν θερμίδες, υπολογίζουν και προγραμματίζουν τί θα φάνε, μαζεύουν αποθέματα φαγητού, συγκεντρώνουν συνταγές και μαγειρεύουν μεγάλες ποσότητες φαγητού,τις οποίες όμως δεν καταναλώνουν οι ίδιες,αλλά τις προσφέρουν στους άλλους. Είναι τελειομανείς με άκαμπτο τρόπο σκέψης, ενώ εμφανίζουν και σωματικά συμπτώματα σχετιζόμενα με την ασιτία, όπως βραδυκαρδία,υπόταση,υποθερμία,δυσκοιλιότητα κ.α. Τέλος, η διαταραχή μπορεί να θεωρηθεί είτε περιορισμένου τύπου(η απώλεια βάρους επιτυγχάνεται μέσω εξαντλητικών διατροφών,νηστειών ή υπερβολικής σωματικής άσκησης), είτε καθαρτικού τύπου/με επεισόδια υπερφαγίας(το άτομο εμφανίζει τακτικά επεισόδια υπερφαγίας και έπειτα οδηγείται σε συμπεριφορές «κάθαρσης»,καταναλώνοντας καθαρτικά ή διουρητικά προκειμένου να χάσει το βάρος που πήρε κατα τη διάρκεια του επεισοδίου υπερφαγίας).
- Όσον αφορά στην ψυχογενή βουλιμία,τα διαγνωστικά κριτήρια του DSM-V έχουν ως εξής:
- Επανειλλημμένα επεισόδια υπερφαγίας. Ένα επεισόδιο υπερφαγίας καθορίζεται από δυο κριτήρια. Το πρώτο κριτήριο είναι η ταχεία κατανάλωση μεγάλης ποσότητας φαγητού μέσα σε ένα πολύ συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η ποσότητα του φαγητού που καταναλώνεται είναι εμφανώς μεγαλύτερη από εκείνη που θα μπορούσαν να καταναλώσουν οι περισσότεροι άνθρωποι στο ίδιο χρονικό διάστημα υπο τις ίδιες συνθήκες. Το δεύτερο κριτήριο είναι η αίσθηση του ατόμου ότι αδυνατεί να διατηρήσει τον έλεγχο του εαυτού σχετικά με την κατανάλωση της τροφής κατα τη διάρκεια του επεισοδίου, σε σημείο που νιώθει πως δεν μπορεί να ελέγξει τί και πόσο τρώει. Συνήθως, τα επεισόδια υπερφαγίας συνοδεύονται από αυξημένο αίσθημα ντροπής και ενοχής.
- Αντισταθμιστικές συμπεριφορές, ως προσπάθεια αποτροπής της αύξησης του βάρους. Το άτομο,μετά την εκδήλωση ενός επεισοδίου υπερφαγίας τείνει να αυτοπροκαλεί εμετό, να αθλείται υπερεντατικά ή να χρησιμοποιεί καθαρτικά/διουρητικά σκευάσματα ή υποκλυσμούς,προκειμένου να αντισταθμίσει την υπερβολική κατανάλωση φαγητού.
- Τα επεισόδια υπερφαγίας-αντισταθμιστικών συμπεριφορών πρέπει να λαμβάνουν χώρα τουλάχιστον δυο φορές την εβδομάδα για τρεις μήνες.
- Η αυτοεκτίμηση και η αυτοεικόνα του ατόμου επηρεάζονται υπερβολικά από το σχήμα και το βάρος του σώματός τους. Το συγκεκριμένο κριτήριο είναι και ο κοινός παράγοντας ανάμεσα στους βουλιμικούς και τους ανορεξικούς ασθενείς.
Επίσης, όπως και στην ψυχογενή ανορεξία, η βουλιμία χωρίζεται σε καθαρτικού τύπου, όπου το άτομο χρησιμοποιεί ως αντισταθμιστικές συμπεριφορές τους αυτοπροκαλούμενους εμετούς και τις καθαρτικές ουσίες, και σε μη καθαρτικού τύπου, όπου οι μέθοδοι αντιστάθμισης δεν είναι τόσο παρεμβατικές στον οργανισμό, όπως η υπερβολική γυμναστική ή η νηστεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα άτομα με ψυχογενή βουλιμία διατηρούν φυσιολογικό βάρος για την ηλικία και το ύψος τους, σε αντίθεση με την ψυχογενή ανορεξία, όπου το βάρος κυμαίνεται σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα του φυσιολογικού. Και εδώ,το μεγαλύτερο ποσοστό των πασχόντων είναι γυναίκες,ενώ συχνά εμφανίζεται συννοσηρότητα και με άλλες διαταραχές,συνήθως με κατάθλιψη ή αγχώδεις διαταραχές.
Τα αίτια που πυροδοτούν την εμφάνιση των διαταραχών πρόσληψης τροφής ποικίλουν, ωστόσο, σύμφωνα με την οικογενειακή-συστημική προσέγγιση, σημαντικότατο ρόλο διαδραματίζουν οι προβληματικές οικογενειακές σχέσεις και δομές. Η συστημική προσέγγιση έχεις ως αφετηρία της την θεώρηση ότι η εκδήλωση της διαταραχής στο πάσχον άτομο είναι το «σύμπτωμα» που υποδηλώνει την ύπαρξη βαθύτερων προβλημάτων στην οικογένεια ως σύστημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συγχωνευμένη οικογένεια, όπου το κάθε μέλος αναμειγνύεται στη ζωή των υπολοίπων και δεν υπάρχουν σαφή όρια στις σχέσεις. Αυτού του τύπου οι οικογένειες μπορεί να είναι υποστηρικτικές απέναντι στα μέλη τους, όμως υπονομεύουν συγχρόνως και την αυτονομία τους, με τους υπερβολικά αυταρχικούς και ελεγκτικούς γονείς και το καταπιεσμένο παιδί το οποίο προσπαθεί να βρει τον προσωπικό του χώρο και τον αυτοέλεγχό του. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η θεραπευτική παρέμβαση απευθύνεται σε όλη την οικογένεια, με κύριο μέλημά της την θέσπιση ορίων στις σχέσεις των μελών και την αποδόμηση των απρόσφορων συμμαχιών. Επιπλέον, σε ατομικό επίπεδο ενδείκνυται και η Γνωσιακή-Συμπεριφοριστική θεραπεία .
Τέλος,δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τη συμβολή των προβαλλόμενων προτύπων ομορφιάς από τα ΜΜΕ στην εκδήλωση των διαταραχών αυτών, τα οποία επιβάλλουν πολύ συγκεκριμένες εικόνες για το γυναικείο και το αντρικό σώμα και επηρεάζουν τον ευαίσθητο ψυχισμό των εφήβων. Όπως έχουν δείξει επιδημιολογικές μελέτες,αντίστοιχο σύνδρομο με την ανορεξία και την βουλιμία των γυναικών είναι η λεγόμενη αντίστροφη ανορεξία(reverse anorexia) που εμφανίζεται στους άντρες και συνδέεται με την έντονη ενασχόληση με την αύξηση του μυικού όγκου,μέσω της χρήσης αναβολικών ουσιών και της υπεράθλησης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Χριστοπούλου, Α. (2008). Εισαγωγή στην Ψυχοπαθολογία του Ενήλικα. Αθήνα:Εκδόσεις Τόπος.