Η ορθορεξία ή διαφορετικά νευρική ορθορεξία είναι ένας όρος που χρησιμοποιήθηκε αρχικά το 1997, από τον ιατρό Steven Bratman, για να εξηγήσει και να περιγράψει την ενασχόληση σε υπερβολικό βαθμό σχετικά με το πόσο υγιεινή είναι μία τροφή.
Η νευρική ορθορεξία δεν αποτελεί ακόμη μία παγκοσμίως αναγνωρισμένη διαταραχή, ωστόσο σχετίζεται τόσο με τις διατροφικές διαταραχές της ανορεξίας και βουλιμίας, όσο και με τις ψυχαναγκαστικές-καταναγκαστικές διαταραχές. Αφορά το 1-2% του γενικού πληθυσμού και προσβάλλει γυναίκες και άνδρες. Μάλιστα, σε ορισμένες έρευνες τα αποτελέσματα έδειξαν πως επηρεάζει περισσότερο τους άνδρες, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες διατροφικές διαταραχές, όπου συνήθως τα υψηλότερα ποσοστά ανήκουν στο γυναικείο φύλο.
Τα βασικά χαρακτηριστικά που εμφανίζουν άτομα με ορθορεξία είναι η έντονη ανάγκη ενασχόλησης με την ποιότητα της τροφής που θα καταναλώσουν. Δεν ενδιαφέρονται απαραίτητα για την απώλεια βάρους, όπως συμβαίνει συνήθως στις διατροφικές διαταραχές. Εντούτοις, επικεντρώνονται στο κατά πόσο τα συστατικά της τροφής που καταναλώνουν είναι υγιεινά και αγνά. Μέσα από την ενδελεχή εξέταση της ποιότητας των προϊόντων προς κατανάλωση και τελικά την κατανάλωσή τους (αν και εφόσον θεωρηθούν υγιεινά), επιδιώκουν ένα αίσθημα «καθαρότητας», «αγνότητας» και ευεξίας.
Σαφώς η επιθυμία για υγιεινή διατροφή δεν αποτελεί μία προβληματική συμπεριφορά και δεν εξισώνεται με τον όρο ορθορεξία. Μπορούμε να μιλήσουμε για ορθορεξία όταν η ανάγκη του ατόμου για εύρεση υγιεινής τροφής οδηγήσει σε εγκατάλειψη και παραίτηση από τον προηγούμενο τρόπο ζωής, όχι μόνο σε επίπεδο αλλαγής διατροφικών συνηθειών, αλλά και σε διαπροσωπικό και κοινωνικό επίπεδο. Αναλυτικότερα, το άτομο αρχίζει να περνά μεγάλο μέρος της ημέρας του ψάχνοντας εμμονικά πληροφορίες για υγιεινή διατροφή ή προγραμματίζοντας τα επόμενα γεύματά του. Η πολύωρη ενασχόληση με τον προγραμματισμό των γευμάτων, δεν επιτρέπει στο άτομο να έχει διαπροσωπικές σχέσεις και κοινωνική ζωή, επομένως σταδιακά απομονώνεται. Εν τέλει, η επιθυμία για υιοθέτηση υγιεινών διατροφικών συνηθειών, αντί να προάγει την υγεία του ατόμου όπως είθισται, έχει τα άκρως αντίθετα αποτελέσματα, καθώς επιβαρύνει ταυτόχρονα τη σωματική και ψυχική του υγεία.
Η μεγάλη διαφορά της νευρικής ορθορεξίας με τις διαταραχές πρόσληψης τροφής είναι πως δεν αφορά την ποσότητα, αλλά την ποιότητα της τροφής. Κατά την ανορεξία και τη βουλιμία, οι πάσχοντες υπερασχολούνται με την απώλεια βάρους και χαρακτηρίζονται από χαμηλά επίπεδα αυτοεκτίμησης. Αντίθετα στην ορθορεξία, τα άτομα επιδιώκουν να αποκτήσουν μία πραγματικά υγιεινή διατροφή, με στόχο να φτάσουν σε ένα επίπεδο ευεξίας, για αυτό τον λόγο ασχολούνται εμμονικά με το τι θα καταναλώσουν. Η ορθορεξία θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στις διατροφικές διαταραχές από τη στιγμή που η δίαιτα του ατόμου α) γίνεται προτεραιότητα ζωής και β) έχει ως αποτέλεσμα τον υποσιτισμό του. Άλλα κοινά στοιχεία με τις διατροφικές διαταραχές είναι η ανάγκη για έλεγχο και τελειομανία.
Όπως και οι διαταραχές πρόσληψης τροφής, έτσι και η ορθορεξία, φαίνεται να έχει κάποια σχέση με τις ψυχαναγκαστικές-καταναγκαστικές διαταραχές. Σύμφωνα με έρευνες, άτομα που εμφανίζουν ψυχαναγκαστικά-καταναγκαστικά συμπτώματα έχουν αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης ορθορεξίας. Επιπλέον, η προετοιμασία του φαγητού κατά την ορθορεξία ομοιάζει τις τυπικές ψυχαναγκαστικές τελετουργίες που συνηθίζονται κατά την ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή. Το άτομο μπορεί να χρησιμοποιεί συγκεκριμένου τύπου εργαλεία για την προετοιμασία του φαγητού (π.χ. μόνο ξύλινα αντικείμενα) και να κόβει με συγκεκριμένο τρόπο τα υλικά.
Οι αιτίες εμφάνισης της συγκεκριμένης μη αναγνωρισμένης διαταραχής δεν έχουν διερευνηθεί πλήρως. Είναι πιθανόν να γεννάται από την αλληλεπίδραση γενετικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών παραγόντων. Η ίδια η εμφάνιση της δυσλειτουργικής συμπεριφοράς μπορεί να προκύπτει από την τάση που υπάρχει τα τελευταία χρόνια για επιστροφή σε ένα γενικότερα πιο υγιεινό τρόπο ζωής, ενώ το είδος της συμπεριφοράς, που χαρακτηρίζεται από καταναγκασμό-ψυχαναγκασμό, ίσως οφείλεται περισσότερο σε βιολογικούς παράγοντες προδιάθεσης.
Επιπλέον, αν και έχουν προταθεί ορισμένα διαγνωστικά κριτήρια, δεν έχουν επικυρωθεί. Παρ’ όλα αυτά, έχει δημιουργηθεί ένα τεστ για την πρώιμη διάγνωση της ορθορεξίας, το Bratman’s Orthorexia Test. Όσον αφορά τη θεραπεία, ίσως εφαρμοσθούν παρόμοιες τεχνικές με εκείνες που χρησιμοποιούνται για τις διατροφικές διαταραχές, προσαρμοσμένες στις ανάγκες των πασχόντων από ορθορεξία. Βασικός στόχος θεραπείας είναι η συνειδητοποίηση πως η πρόσληψη υγιεινών τροφών δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας προαγωγής υγείας. Χρήσιμη και αποτελεσματική φαίνεται να είναι η γνωστική/συμπεριφορική παρέμβαση σε συνδυασμό με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή. Κάτι που αξίζει να σημειωθεί είναι πως η ανταπόκριση των ατόμων με ορθορεξία στη θεραπεία είναι ικανοποιητική, θα μπορούσαμε να πούμε και καλύτερη από άλλες διατροφικές διαταραχές, λόγω του φόβου και των ανησυχιών, που ήδη διαθέτουν τα άτομα, για την υγεία τους.
Βιβλιογραφία:
Atchison, A. E. & Zickgraf, H. F. (2022). Orthorexia nervosa and eating disorder behaviors: A systematic review of the literature. Appetite, 177. https://doi.org/10.1016/j.appet.2022.106134
Brytek – Matera, Α. (2012). Orthorexia nervosa – An eating disorder, obsessive- -compulsive disorder or disturbed eating habit? Archives of Psychiatry and Psychotherapy, 1, 55–60.
Donini, L. M., Marsili, D., Graziani, M. P., Imbriale, M. & Cannella, C. (2004). Orthorexia nervosa: A preliminary study with a proposal for diagnosis and an attempt to measure the dimension of the phenomenon. Eat Weight Disord, 9(2), 151-157.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Τί είναι η ψυχωτική διαταραχή; Πατήστε εδώ
Ψυχογενής ανορεξία- η εμμονή του δυτικού κόσμου: Πατήστε εδώ